Η κωμόπολη του Μελιγαλά, κτισμένη σ’ένα ύψωμα της άνω Μεσσηνίας, στο σταυροδρόμι των διαβάσεων Καλαμάτα-Πύργος, Καλαμάτα-Τρίπολη, και Κυπαρισσία-Τρίπολη, αλλά και σε ίση απόσταση από τα βουνά της Ιθώμης, του Ταϋγέτου και της ορεινής Ολυμπίας, είχε μεγάλη στρατηγική αξία στην Κατοχή. Γιά μιά περίοδο, οι σύμμαχοι ήθελαν να πείσουν τους Γερμανούς ότι οι κόλποι της Καλαμάτας και της Κυπαρισσίας ήταν πιθανοί προορισμοί απόβασης στα Βαλκάνια, ώστε να προωθήσουν τις δυνάμεις τους νοτιότερα στα Βαλκάνια. Από τον Μάϊο του 1941, οι Ιταλοί είχαν εγκαταστήσει στον Μελιγαλά πλήρη λόχο, και οι Γερμανοί μικρό απόσπασμα με πυροβόλα και ασυρμάτους. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, η Γερμανική φρουρά αυξήθηκε σημαντικά σε άνδρες (70-80) αλλά κυρίως σε βαριά όπλα που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από νεοφερμένες δυνάμεις, και διοικείτο από ταγματάρχη που γνώριζε την Ελληνική γλώσσα.
Ένας από τους πρωταγωνιστές στα γεγονότα της Μεσσηνίας το 1943-44 ήταν ο ταγματάρχης Παναγιώτης Στούπας. Γεννηθείς το 1894 στο χωριό Λεύκη κοντά στους Γαργαλιάνους, είχε καταταγεί στο στρατό το 1914 να υπηρετήσει τη θητεία του, αλλά στη συνέχεια μονιμοποιήθηκε και το 1916 έλαβε τον βαθμό του ανθυπολοχαγού. Έλαβε μέρος στον πόλεμο της Μικράς Ασίας, και τραυματίστηκε τρεις φορές. Αποστρατεύθηκε το 1923 με τον βαθμό του υπολοχαγού ως βασιλόφρονας, αλλά πήρε τους βαθμούς του λοχαγού (1925) και του ταγματάρχη (1935) ως έφεδρος. Ως απόστρατος ζούσε στην Ξάνθη, και ησχολείτο με το εμπόριο ξυλείας. Έλαβε μέρος στον πόλεμο του ’40 ως εθελοντής, υπό τον μετέπειτα αρχηγό των ΤΑ στη νότια Πελοπόννησο, τον συνταγματάρχη Παπαδόγκωνα, διοικητή της Μεραρχίας Κρητών στην Ήπειρο που κατέλαβε την Τρεμπεσίνα.
Πολλοί Κρήτες στρατιώτες, που αποκόπηκαν στη Μεσσηνία μετά την κατάρρευση του μετώπου, κατέφυγαν στο χωριό του Στούπα γιά να τους βρει οικογένειες στην περιοχή να τους φιλοξενήσουν. Ο Στούπας, γυιός του ιερέως της Λεύκης παπα-Σπύρου, ήταν άνθρωπος ήπιων τόνων και αγαθού χαρακτήρος, αλλά σφόδρα αντικομμουνιστής. Ξεκίνησε την Αντιστασιακή του δράση με δική του Ομάδα ανταρτών στα βουνά της Μάλης, στην ορεινή Τριφυλία, μετά από πρόσκληση του Βρετανού ταγματάρχη Reed, συνδέσμου αξιωματικού του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής. Η Ομάδα του, με δύναμη γύρω στους 50 αντάρτες ήταν μέρος της μεγάλης Αντιστασιακής Οργάνωσης Ελληνικός Στρατός (ΕΣ). Με τη διάλυση του ΕΣ από τον ΕΛΑΣ, τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο 1943, ήρθε και το τέλος της Ομάδας του Στούπα, στην οποία αξίζει να σημειωθεί ότι τον Σεπτέμβριο 1943 είχαν καταταγεί και 27 Ιταλοί στρατιώτες από την φρουρά της Κυπαρισσίας. Ο Στούπας είχε έρθει σε επαφή και με τη διοίκηση του Ιταλικού Τάγματος που στάθμευε στους Γαργαλιάνους. Χωρίς την παρεμβολή του ΕΑΜ, ολόκληρο το Τάγμα θα πήγαινε σ’αυτόν, και οι Ιταλοί στρατιώτες δεν θα ρίχνονταν στον Ισθμό της Κορίνθου από τους Γερμανούς. Τελικά, οι 27 Ιταλοί στρατιώτες κατέληξαν στον ΕΛΑΣ, όταν διαλύθηκε η Ομάδα του Στούπα.
Ο Στούπας επέστρεψε στο χωριό του, παρά το γεγονός ότι κατά την διάλυση της Ομάδας του και γιά να αφεθεί ελεύθερος, είχε υποσχεθεί να παρουσιαστεί στο αρχηγείο του ΕΛΑΣ, στο Δυρράχι της Αρκαδίας. Με εντολή της Νομαρχιακής Επιτροπής Μεσσηνίας (ΝΕΜ)του ΕΑΜ, στις 10 Οκτωβρίου 1943, δυό λόχοι του ΕΛΑΣ, εφεδρικοί της περιοχής και Πολιτοφύλακες, κύκλωσαν τη Λεύκη να τον συλλάβουν. Εκείνος τους περίμενε με 10 περίπου συντρόφους, που οι πιό πολλοί ήταν συγγενείς του του. Στη μάχη που ακολούθησε, ο ΕΛΑΣ δολοφόνησε 3 συντρόφους του Στούπα (εκ των οποίων ο ένας, ο Χρήστος Μιχαϊλάκης, ήταν από τους εκ Κρήτης στρατιώτες του) που πίστεψαν τις υποσχέσεις των ανταρτών ότι δεν θα τους πειράξουν και παραδόθηκαν, και 3 αθώους χωριάτες. Ακόμη, έκαψαν το πατρικό σπίτι του Στούπα και άλλα 9 στο χωριό. Τα θύματα του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ ήταν 18-20 νεκροί και αρκετοί τραυματίες, τα περισσότερα από το χέρι του Στούπα, που η σκοπευτική του ικανότητα με το τουφέκι και το πιστόλι έχουν μείνει θρυλικές. Ένας που έπεσε από το χέρι του Στούπα ήταν ο απεσταλμένος της ΝΕΜ Γιάννης Δροσόπουλος ή Δρυνέας, που έφερε την εντολή της σύλληψης του Στούπα. Από τύχη -οι αντάρτες νόμισαν ότι αυτοκίνητα του Ερυθρού Σταυρού που έρχονταν από τα Φιλιατρά ήταν Γερμανοί- ο Στούπας ξέφυγε τραυματισμένος και κρυβόταν στους γύρω λόφους. Ο συνταγματάρχης Παπαδόγκωνας, που φαίνεται ότι τον εκτιμούσε ιδιαίτερα, βρισκόταν τότε στην Αθήνα όπου προετοίμαζε τα Τάγματα Ασφαλείας της Νοτίου Πελοποννήσου. Οργάνωσε από εκεί επιχείρηση με Γερμανούς που κατέβηκαν στη Λεύκη, πήραν τον Στούπα και τον έφεραν στην Αθήνα λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1943.
Στα μέσα Μαρτίου 1944, ο Στούπας κατέβηκε σιδηροδρομικώς στην Καλαμάτα να οργανώσει Τάγμα Ασφαλείας στη Μεσσηνία. Είχε μαζί του και 80 περίπου άνδρες, όλους Μεσσήνιους και Κρήτες κυνηγημένους όπως και ο ίδιος από τη Μεσσηνία από το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ λόγω συμμετοχής τους σε άλλες οργανώσεις Αντίστασης. Εγκατέστησε τη βάση του ΤΑ στον Μελιγαλά, αλλά αργότερα εγκατέστησε φρουρές και σε 6 άλλες πόλεις και κωμοπόλεις της Μεσσηνίας. Στις 7 Απριλίου 1944, ένα τάγμα του ΕΛΑΣ επιτέθηκε στο ΤΑ του Στούπα, στον Μελιγαλά. Παρά την αρχική επιτυχία της, η επίθεση του ΕΛΑΣ τελικά αποκρούστηκε και μάλιστα χωρίς σημαντική βοήθεια από τη Γερμανική φρουρά. Αυτή είναι η μοναδική επίθεση του ΕΛΑΣ εναντίον βάσης ΤΑ πριν την απελευθέρωση, με την πιθανή εξαίρεση της επίθεσης στο Βαλτέτσι, αλλά εκεί οι ένοπλοι Βαλτετσιώτες δεν ανήκαν πραγματικά στο ΤΑ της Τρίπολης.
Η πρώτη αυτή μάχη του Μελιγαλά επηρέασε τα μετέπειτα γεγονότα ποικιλοτρόπως. Έδωσε στα ΤΑ μιά εσφαλμένη πεποίθηση δύναμης, που συνέβαλε στην απόρριψη του τελεσίγραφου παράδοσης στον ΕΛΑΣ αργότερα. Παρεκίνησε εκατοντάδες άνδρες της περιοχής να καταταγούν στο ΤΑ, και προκάλεσε το κυνηγητό του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ εναντίον των οικογενειών τους. Το δε ΤΑ Μελιγαλά, σε συχνές εξορμήσεις στη Μεσσηνία ελευθέρωσε τους κρατούμενους στα Στρατόπεδα Συγκέντωσης του ΕΑΜ στο Χαλβάτσου και στην Ποταμιά με 450 περίπου κρατούμενους (μεταξύ των οποίων πάνω από 10 μέλη της οικογένειας του Στούπα, ηλικίας από 1 έως 80 ετών), συνέλαβε πολλούς πολιτοφύλακες και μέλη του ΕΑΜ, και κατεδίωξε άλλους. Γενικά, η πρώτη μάχη στον Μελιγαλά βοήθησε να μεγαλώσει το χάσμα μεταξύ των δύο παρατάξεων στη Μεσσηνία.
Ερχόμαστε στον Σεπτέμβριο 1944. Οι Γερμανοί αποχωρούν από την Καλαμάτα και τον Μελιγαλά στις 5 του μηνός. Φυσικά, απεχώρησαν με όλη τους την άνεση. Ο ΕΛΑΣ είχε τότε στην Πελοπόννησο πάνω από 8.000 χιλιάδες αντάρτες, εκ των οποίων 6.000 νότια και δυτικά της Μεγαλόπολης, αλλά δεν κτύπησε πουθενά τις Γερμανικές μονάδες που συμπτύσσονταν. Η προσοχή του ΕΛΑΣ είχε ήδη στραφεί αποκλειστικά στα ΤΑ. Στη Μεσσηνία, πρώτα επιτίθεται και καταλαμβάνει την Καλαμάτα την 9η Σεπτεμβρίου. Την 13η, έρχεται η σειρά του Μελιγαλά που τον καταλαμβάνει το μεσημέρι της 15ης, ημέρα Παρασκευή. Οι αμυνόμενοι ήταν 800 περίπου ταγματασφαλίτες και 150 χωροφύλακες. Ο πληθυσμός της κωμόπολης ήταν τότε γύρω στις 3.000, αλλά είχε αυξηθεί σε τουλάχιστον 10.000 από κατοίκους της γύρω περιοχής που είχαν καταφύγει εκεί γιά προστασία από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ και την Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ. Πολλοί είχαν φέρει μαζί τους και τα υπάρχοντά τους. Τα ζώα τους, και ότι μπορούσαν να μεταφέρουν από τα σπίτια τους. Κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ στη Μεσσηνία από την εποχή του Ιμπραήμ! Αυτό είναι ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός. Πιστεύω ότι δείχνει επακριβώς το λόγο δημιουργίας των ΤΑ, που ήταν η προστασία μεγάλου μέρους του λαού από την τρομοκρατία του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Μέχρι τώρα όμως δεν έχει αναλυθεί από κανέναν και πουθενά, σε όλες τις διαστάσεις του.
Τα θύματα της μάχης από τους αμυνόμενους και τους άμαχους ήταν γύρω στα 25. Οι άμαχοι νεκροί προήλθαν από τον βομβαρδισμό της πόλης με βαριά πυροβόλα όπλα από τον ΕΛΑΣ. Να σημειωθεί ότι το ΤΑ δεν ήταν πιά υπό την διοίκηση του Στούπα. Είχε φύγει ένα μήνα νωρίτερα γιά να δημιουργήσει το ΤΑ Γαργαλιάνων. Αυτός ήταν ο όρος των Γερμανών στρατηγών της Πελοποννήσου γιά να μην προβούν σε αντίποινα γιά τους 100 και πλέον στρατιώτες που είχαν χάσει από την ενέδρα του ΕΛΑΣ στου Μανούσου το Γεφύρι, μεταξύ Γαργαλιάνους και Χώρα, στις 19 Ιουλίου 1944.(Λεπτομέρειες γι αυτή την πτυχή της ιστορίας των ΤΑ στη Μεσσηνία υπάρχουν στο βιβλίο του Ιωάννη Μπουγά “Ματωμένες Μνήμες”).
Μετά την είσοδο των ανταρτών στην πόλη, ταγματασφαλίτες και άμαχοι διατάσσονται με χωνιά να αφήσουν τα σπίτια τους ανοικτά και να συγκεντρωθούν σε δύο σημεία. Στο Μπεζεστένι (την πανηγυρίστρα του Μελιγαλά), και στις “Μουριές του Δεληγιάννη”, στο κέντρο της πόλης. Ντόπιοι αντάρτες του ΕΛΑΣ και πολιτοφύλακες του ΕΑΜ, άγνωστο με τι κριτίρια, πέρνουν από εκεί ομάδες αιχμαλώτων διαφόρων μεγεθών, και τις μεταφέρουν στα γύρω χωριά. Στη Μερόπη (από την Ομάδα της Μερόπης προέρχονταν οι 18 που μεταφέρθηκαν στην Καλαμάτα και λυντσαρίστικαν στην κεντρική πλατεία την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου), στο Σολάκιο, στην Ανθούσα, στο Νεοχώριο, στην Οιχαλία, στη Σκάλα, αλλά και μακρύτερα μέχρι τη Μεσσήνη.
Όσους πήγαν στα χωριά, τους περισσότερους τους εκτέλεσαν την επομένη ημέρα, 16 Σεπτεμβρίου, συνήθως παρουσία “θεατών”. Στη Μερόπη τους αιχμαλώτους τους επισκέφθηκε ο ίδιος ο Βελουχιώτης με τους Μαυροσκούφηδες, και συμμετείχε σε ξυλοδαρμό τους με το καμουτσί του. Το ίδιο βράδυ, 27 ή 28 αιχμάλωτοι σφάγηκαν από τους Μαυροσκούφηδες και τα σώματά τους ρίχτηκαν σ’ ένα ξεροπήγαδο που τότε ανήκε στην οικογένεια Ανδριανόπουλου. Σ’ αυτούς που μεταφέρθηκαν στο Νεοχώρι ήταν και η οικογένεια ενός επιλοχία του ΤΑ, του Παναγιώτη Μπένου, που είχε σκοτωθεί σε μιά από τις συγκρούσεις στον ύψωμα του Προφήτη Ηλία του Μελιγαλά. Το ύψωμα άλλαξε τρεις φορές χέρια μεταξύ ΕΛΑΣ και ΤΑ. Στο Νεοχώρι ήταν η μητέρα του Μπένου, δυό νεαρές αδελφές του, και ο μικρότερος αδελφός του. Τις κοπέλλες τις γνώρισε μιά αντάρτισσα και τις βασάνισαν, δεμένες σε δυό καρέκλες, πριν τις αποτελειώσουν με το μαχαίρι, ενώ οι άλλοι κρατούμενοι και κάτοικοι παρακολουθούσαν. Στη μητέρα και τον μικρό γυιό της, τους χάρισαν τη ζωή. Σύμφωνα με μιά καταγεγραμμένη μαρτυρία, τη μητέρα την άφησαν ζωντανή γιά να υποφέρει, ενώ ο μικρός γλύτωσε γιατί με τη συμβουλή της μητέρας του έδωσε άλλο όνομα, κάποιας αριστερής οικογένειας. Να σημειωθεί ότι τα πτώματα όλων αυτών -περίπου 700, σύνολο- που δολοφονήθηκαν μακριά από τον Μελιγαλά δεν ρίχτηκαν στην Πηγάδα.
Πίσω στον Μελιγαλά, αυτούς που απέμειναν στις Μουριές του Δεληγιάννη τους φυλάκισαν γιά τη νύκτα σε δημόσια κτίρια της πόλης, και πολύ πρωΐ την επόμενη ημέρα τους οδήγησαν κι αυτούς στο Μπεζεστένι. Ενώ γίνονταν αυτά, είχαν αρχίσει και οι αυτοδικίες από αντάρτες του ΕΛΑΣ, οι οποίοι κατάγονταν από το Μελιγαλά ή την γύρω περιοχή, που γνώριζαν τους ταγματασφαλίτες και τους υποστηρικτές τους. Ένας, που σύμφωνα με πολλές επώνυμες μαρτυρίες, εκτέλεσε ιδιοχείρως ταγματασφαλίτες αλλά και πολίτες, τις πρώτες ώρες μετά την πτώση του Μελιγαλά και την επομένη, είναι ο καπετάνιος του ΕΛΑΣ Κώστας Κανελλόπουλος από το πλησίον χωριό Καλλιρόη, μετέπειτα ηγετικό στέλεχος του ΔΣΕ Πελοποννήσου.
Την είσοδο του ΕΛΑΣ στον Μελιγαλά ακολούθησε και καθολικό πλιάτσικο. Οι αντάρτες του ΕΛΑΣ πέρνουν ρούχα, παπούτσια, τρόφιμα, και χρυσαφικά. Οι εφεδροΕΛΑΣίτες και τα μέλη και φίλοι του ΕΑΜ που ακολουθούν, πέρνουν τα πάντα, οτιδήποτε μπορεί να μετακινηθεί! Τους επόμενους μήνες οι περισσότεροι κάτοικοι του Μελιγαλά δεν είχαν κατσαρόλες να μαγειρέψουν, ούτε κουταλοπήρουνα να φάνε! Θύματα του πλιάτσικου ήταν οι κάτοικοι του Μελιγαλά, εκτός από τα μέλη και τους φίλους του ΕΑΜ, αλλά και όλοι αυτοί που είχαν καταφύγει στην πόλη από τα γύρω μέρη.
Στον Μελιγαλά σχηματίζεται Λαϊκή Επιτροπή, γιά να αποφασίσει την τύχη των χιλιάδων αιχμαλώτων που είναι πιά στοιβαγμένοι σαν ζώα στο Μπεζεστένι, την πανηγυρίστρα του Μελιγαλά. Οι πιό πολλοί άνδρες είναι ημίγυμνοι, μόνο με τα εσσώρουχα. Τις πρωϊνές ώρες του Σαββάτου, 16 Σεπτεμβρίου, απολύονται τα περισσότερα παιδιά, οι γυναίκες, και πολλοί ηλικιωμένοι. Κανείς δεν μπορεί να πει γιατί μερικά παιδιά, κορίτσια, και ηλικιωμένες γυναίκες και γέροντες, κρατήθηκαν. Το μεσημέρι φτάνει στο Μπεζεστένι, από το κέντρο της πόλης που είχε περάσει τη νύκτα, ο Άρης Βελουχιώτης συνοδευόμενος από τον Αχιλλέα Μπλάνα (Γ.Γ. του Πελοποννησιακού Γραφείου του ΚΚΕ) , τον Νίκο Μπελογιάννη (ειδικό απεσταλμένο του Γιώργη Σιάντου), τον Τάσσο Κουλαμπά (στέλεχος του ΚΚΕ στη Μεσσηνία), τους καπετάνιους του 8ου και 9ου συντάγματος του ΕΛΑΣ, και τους μαυροσκούφηδες συνοδούς του.
Ο Άρης βλέποντας ότι πολλοί από τους αιχμαλώτους ήταν ταγματασφαλίτες, γίνεται έξαλλος και υβρίζει χυδαία τους υπεύθυνους, γιατί προφανώς είχαν παραβεί την διαταγή του να εκτελούνται επί τόπου. Ο Γιάννης Καραμούζης, στέλεχος του ΕΑΜ Μεσσηνίας και μέλος της Λαϊκής Επιτροπής, ήταν παρών και γράφει: “ …τόσον ο Άρης όσον και ο Κουλαμπάς έβαλαν πόστα τα στελέχη του ΕΛΑΣ γιατί δεν “εξετελέσθησαν όλοι επί τόπου, αλλά τους έπιασαν ζωντανούς”…”. (σ.σ. Η υπογράμμιση δική μου. Δείχνει, ποιοί πραγματικά κρατούσαν τους αιχμαλώτους. Ο ΕΛΑΣ, όχι οι Επιτροπές του ΕΑΜ, όπως πολλοί υποστηρίζουν από τότε, εσφαλμένα ή γιά συσκότιση της αλήθειας).
Πριν από την επίθεση στην Καλαμάτα ο Άρης είχε στείλει στην 9η ταξιαρχία προφορική διαταγή, η οποία ουσιαστικά έλεγε:
– “Πας συλλαμβανόμενος ταγματασφαλίτης θα τουφεκίζεται επί τόπου”.
Ο Άρης επανέλαβε τη διαταγή του στη Λαϊκή Επιτροπή του Μελιγαλά, στο Μπεζεστένι.
Η διαταγή, που εκδόθηκε και γραπτώς, είναι η Ε.Π.Ε. 330 της ΙΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου με την υπογραφή του Βελουχιώτη και ημερομηνία 15 Σεπτεμβρίου. Στο σχετικό απόσπασμα διαβάζουμε: “..Διά τελευταίαν φοράν διακηρρύσσομεν δημοσία ότι πας ανήκων εις τα Εθνοπροδοτικά Τάγματα, όστις ήθελε παραδοθή ημίν και παραδώση τον οπλισμόν του εντός 24 ωρών από της κοινοποιήσεως της παρούσης θα του εξασφαλισθή απολύτως η ζωή και η ελευθερία επανόδου εις την οικίαν του. Μετά την εκπνοήν της άνω προθεσμίας πας εξ αυτών συλλαμβανόμενος κατά την διάρκειαν της μάχης ή άλλως ένοπλος θα τυφεκίζεται επί τόπου”.
Σύμφωνα με τον μετέπειτα λοχαγό του ΔΣΕ, Κων. Παπακωνσταντίνου (Μπελά), ο γραμματέας του ΕΑΜ Μελιγαλά του είπε ότι την πρώτη ημέρα μετά τη μάχη, η Επιτροπή του Μελιγαλά είχε καταρτίσει μιά κατάσταση που περιείχε μόνο “60 περίπου αξιωματικούς, ταγματασφαλίτες και προσωπικότητες της πόλης γιά εκτέλεση”. Όταν την παρουσίασαν στον Βελουχιώτη, αυτός τους είπε:
–“Πρέπει να ερευνηθεί η περίπτωση κάθε ταγματασφαλίτη γιά να μην ξεφύγει κανένας που έχει διαπράξει έγκλημα, και ότι δεν πρέπει να κυριαρχούνται από συναισθηματισμό και μεγαθυμία”! (οι υπογραμμίσεις δικές μου).
Υπό τις συνθήκες που δόθηκε, είναι βέβαιο ότι η διαταγή του Άρη ερμηνεύθηκε ως:
– “Να τους εκτελέσετε όλους”!
Ο Καραμούζης γράφει: “…Ο Άρης και οι αντιπρόσωποι του κόμματος Κουλαμπάς και Ν. Μπελογιάννης είχαν πάρει την απόφασιν. Όλοι έπρεπε να εκτελεσθούν…”. Σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, και ο ίδιος ο Βελουχιώτης δεν έφυγε με “άδεια χέρια” από το Μπεζεστένι. Όταν, μεταξύ των κρατουμένων, ανεγνώρισε τον χωροφύλακα Χαράλαμπο Κουτσόγιαννη από τη Στερεά Ελλάδα “..διέταξε έναν αντάρτη και τον πήρε…”!
Με απόφαση δυό Μεσσήνιων καπετάνιων του ΕΛΑΣ, του διοικητή του 8ου Συντάγματος Λακωνίας, ταγματάρχη Σωτήρη Ρουμπέα, και του επιτελάρχη της 9ης ταξιαρχίας, λοχαγού Σταύρου Νικολόπουλου, ορίσθηκε μιά διμοιρία του 1ου Τάγματος του 8ου Συντάγματος Λακωνίας του ΕΛΑΣ, γύρω στους 35 αντάρτες, από τα χωριά του Πάρνωνα, να μείνουν στον Μελιγαλά γιά να εκτελέσουν τους αιχμαλώτους. Μαζί με αυτούς συγκροτήθηκε και μιά Ομάδα 30 περίπου Πολιτοφυλάκων και εφεδροΕΛΑΣιτών από τον Μελιγαλά και την γύρω περιοχή. Επικεφαλής των δύο ομάδων εκτελεστών, της διμοιρίας του ΕΛΑΣ και των Πολιτοφυλάκων, τέθηκαν ο Γιώργος Μάντζαρης από τον Μελιγαλά, ο Νίκος Μητρόπουλος από το Κορυφάσσιο, και ο Δημήτρης Πιρπιρής από τους Γαργαλιάνους. (Στο βιβλίο του Ιωάννη Μπουγά υπάρχει αναφορά γιά το τέλος των δύο τελευταίων, την περίοδο της Λευκής Τρομοκρατίας, αλλά και λεπτομέρειες γιά τις αναφορές σ’αυτούς ως ήρωες από φιλοΕΑΜικές πηγές, που δείχνει το χάος που υπάρχει ακόμη μεταξύ των δύο “παρατάξεων” στην Ελλάδα γιά τον Εμφύλιο και γιά τα εγκλήματα της περιόδου).
Ο Σπύρος Ξιάρχος, που επίσης ήταν παρών και δικάστηκε ως συμμετέχων στις εκτελέσεις, γράφει: “…στο Μελιγαλά έχει μείνει μόνο μιά διμοιρία του 1ου τάγματος του 8ου συντάγματος (Λακωνία) η οποία χρησιμοποιείται ως εκτελεστικό απόσπασμα και δύναμη 30 περίπου πολιτοφυλάκων…”
Ο Παντελής Μούτουλας, που, γιά το έργο του “ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ 1941-45”, συνέλεξε μαρτυρίες από ολόκληρη την Πελοπόννησο αναφέρει: “…Τις εκτελέσεις, κατά τη συνήθη τακτική του ΕΛΑΣ, ανέλαβε αντάρτικο τμήμα από άλλη περιοχή, γιά να μη μπορούν οι εκτελεστές να αναγνωριστούν μελλοντικά. Οι ενδείξεις οδηγούν σε μιά διμοιρία του 8ου Συντάγματος από μαχητές της περιοχής Κοσμά-Τσιταλίων-Ασωπού..”(σ.σ. Οι υπογραμμίσεις δικές μου).
Ο Γιάννης Καραμούζης γράφει γιά το ίδιο θέμα: “…συγκροτήθηκε από τμήματα του ΕΛΑΣ εκτελεστικό απόσπασμα, υπό την διοίκησιν του Γ. Μάντζαρη και του Ν. Μητροπούλου”.
Ενώ γίνονται αυτά, οι αυτοδικίες από αντάρτες και καπετάνιους του ΕΛΑΣ συνεχίζονται. Αιχμάλωτοι καλούνται ονομαστικά έξω από το Μπεζεστένι και εκτελούνται. Πιό συχνά σφάζονται, υπό απίστευτα φρικιαστικές συνθήκες. Το σύνολο των θυμάτων των αυτοδικιών υπολογίζονται σε 100-150, συμπεριλαμβανομένων αυτών της πρώτης ημέρας, αμέσως μετά την είσοδο του ΕΛΑΣ στον Μελιγαλά.
Η διαταγή του Βελουχιώτη γιά εκκαθάριση των κρατουμένων, είτε δόθηκε όπως την παρουσιάζει ο Μπελάς, είτε με την πιό δραματική, φρικτή μορφή της:
–“Γιατί τους φυλάτε ακόμη όλους αυτούς. Μαχαίρι”, όπως είπαν άλλοι, είχε την ίδια απήχηση στα μέλη της Επιτροπής. Αντί πλέον να κρίνουν ποιοί θα εκτελούνταν, ανέλαβαν να σχεδιάσουν την εκτέλεση όλων των κρατουμένων. Η Επιτροπή κάλεσε σύσκεψη να συζητήσει τον τόπο και τον τρόπο εκτέλεσης και ταφής των πτωμάτων. Τότε κάποιος έριξε την ιδέα να χρησιμοποιηθεί το μεγάλο φρεάτιο, η Πηγάδα, που είχε ανοιχτεί λίγα χρόνια πριν με πρωτοβουλία του ήδη νεκρού προέδρου της Κοινότητος του Μελιγαλά, Αλκιβιάδη Παπαδόπουλου*, σε αναζήτηση πηγής νερού γιά την Κοινότητα. Η Πηγάδα βρίσκεται βορειοδυτικά του Μελιγαλά, στα 2 περίπου χιλιόμετρα, προς το Νεοχώρι. Όταν είχε ανοιχτεί λίγια χρόνια νωρίτερα, το βάθος της Πηγάδας έφθανε τα 27-28 μέτρα, αλλά το 1944 λόγω προσχώσεων το βάθος της είχε περιορισθεί στα 16-17 μέτρα. Η διάμετρός της ήταν περίπου 8 μέτρα. (*)Αυτό έγινε την 16η Σεπτεμβρίου στο Μπεζεστένι. Πρώτα βασανίστηκε μέχρι αναισθησίας, και εν συνεχεία λιθοβολήθηκε από τους άλλους κρατούμενους με εντολή “ανώνυμου”καπετάνιου από την περιοχή).
Στο Μπεζεστένι, οι κρατούμενοι -ταγματασφαλίτες και άμαχοι- χωρίστηκαν ανάλογα με τον τόπο καταγωγής τους. Οι Τοπικές Επιτροπές του ΕΑΜ από τα γύρω χωριά και τις κωμοπόλεις της άνω Μεσσηνίας κατέφθασαν εκεί. Ανάλογα την περίπτωση, έδιναν πληροφορίες γιά κρατούμενους, αν ήταν ταγματασφαλίτες (ημίγυμνοι όπως ήταν, δεν αναγνωρίζονταν πάντα από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ και την Επιτροπή), αν ήταν “αντιδραστικοί”, κλπ. Σε άλλες περιπτώσεις, άνθρωποι των Τοπικών Επιτροπών του ΕΑΜ επενέβαιναν γιά να προστατεύσουν άλλους συγχωριανούς τους. Ονόματα προσθέτονταν και αφαιρούνταν, ανάλογα με τις επί τόπου παρεμβάσεις στελεχών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ.
Πάλι από τον Ξιάρχο, αντιγράφουμε: “…Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας επεκράτησε η άποψη ότι γιά την εκτέλεση καθενός ταγματασφαλίτηευθυνόντουσαν οι συγχωριανοί του. Αυτό είναι κατά 95% αναληθές. Προσπάθειες συγγενών και χωριανών έγιναν μόνο γιά διάσωση και σε ορισμένες περιπτώσεις αυτές οι προσσπάθεις απέδωσαν αλλά ο γράφων δεν έχει υπόψη του καμιά περίπτωση, δεν άκουσε ποτέ ότι κάποιος από κάποιο χωριό ζήτησε την εκτέλεση κάποιου.”
Αυτά που λέει ο Ξιάρχος, αντιστοιχούν άριστα στο πως βλέπουμε το ποτήρι το νερό: “μισοάδειο ή μισογεμάτο”.
Γιά το ίδιο θέμα ο Καραμούζης γράφει: “…οι πολιτικές οργανώσεις στο σύνολό τους ζητούσαν και επραγματοποιείτο η εκτέλεσις κάθε συγχωριανού των που ευρέθη στου Μελιγαλά. Είναι γεγονός ότι, πολλά άτομα, ενδιαφέρθησαν να σωθούν οι συμπατριώτες των ή μερικοί εξ αυτών. Πολλοί κατόρθωσαν και γλύτωσαν πολλούς.Γενικό φαινόμενον όμως και το σύνηθες ήτο, ότι οι οργανώσεις ησχολούντο με το να συλλέγουν ή να παρουσιάσουν στοιχεία “ότι τα άτομα του χωριού των ήταν υπεύθυνα γιά εγκλήματα και προδοτικές πράξεις”. Αυτό ήταν το γενικό πνεύμα…”. (σ.σ. οι υπογραμμίσεις στα ανωτέρω δύο κείμενα είναι δικές μου).
Σημειώνουμε εδώ ότι ενώ ο Ξιάρχος ομιλεί μόνο γιά ταγματασφαλίτες, ο Καραμούζης αναφέρεται σε κάθε έναν που βρέθηκε στον Μελιγαλά αιχμάλωτος, είτε ήταν ταγματασφαλίτης είτε άμαχος.
Με τη δικαιολογία της μετακίνησης σε άλλον τόπο φυλάκισης γιά να ανακριθούν, τα υποψήφια θύματα δένονταν συνήθως ανά δύο, αλλά και ανά τρεις, με σχοινί, σύρμα ή καλώδιο, και οδηγούνταν κατά μεγάλες ομάδες των 50-100 ατόμων, οι περισσότεροι φορώντας μόνον τα εσώρουχά τους και ξυπόλητοι, στο στόμιο της Πηγάδας. Εκεί, οι τυχεροί σφάζονταν “καθαρά”, και τα σώματά τους ρίχνονταν στην Πηγάδα. Πολλοί όμως, σύμφωνα με τις μετέπειτα μαρτυρίες των ιδίων των εκτελεστών, ρίχνονταν τραυματισμένοι αλλά ζωντανοί ακόμη στην Πηγάδα! Μερικοί, βασανίζονταν με ποικίλους τρόπους, πριν τελικά σφαγούν και ριχτούν στο βάραθρο.
Ο νεαρός τότε Γ.Μ. ήταν αυτόπτης μάρτυρας σε μερικές από τις κουστοδίες που έφυγαν από το Μπεζεστένι γιά την Πηγάδα. Ιδού τι αναφέρει στο βιβλίο του Ιωάννη Μπουγά:
“…Άρχιζε όμως να γεμίζει το Μπεζεστένι και ο τόπος γύρω από σκοτωμένους. Τότε σκεφτήκανε το πηγάδι που το είχε βγάλει ο μακαρίτης ο Πρόεδρος, ο Παπαδόπουλος, γιά να βρει νερό γιά τον Μελιγαλά. Άρχισαν τότε να τους παίρνουν από εδώ το Μπεζεστένι και να τους πηγαίνουν εκεί,50-50, 100-100, 70, ανάλογα. Δεμένους με σύρμα. Σε τριάδες, δυάδες, όπως τύχαινε.
-Εσύ μπάρμπα Γ. είδες με τα μάτια σου τέτοια κουστοδία να τους πηγαίνουν γιά την Πηγάδα;
– Ναί, και βέβαια! Δεν τους περνούσανε από δώ (σ.σ. όχι από τον κεντρικό δρόμο του Μελιγαλά που γινόταν η συνέντευξη). Τους πηγαίνανε από κεί, τον άλλο δρόμο, του Τσίτουρα που τον λένε. Ήταν ο Γυμνασιάρχης, ο Παναγιώτης, τον εκτέλεσαν με το παιδί του. (σ.σ. φαίνεται ότι ο Δήμος Μελιγαλά ονόμασε τον δρόμο με το όνομα του νεκρού Γυμνασιάρχη). Τους πηγαίνανε δεμένους με το σύρμα. Οι περισσότεροι ήταν σχεδόν γυμνοί και ξυπόλητοι. Τα ρούχα τους και τα παπούτσια τα είχαν πάρει πριν να φύγουν από εδώ.
Πηγαίνοντας εκεί πέρα, στον τόπο της Πηγάδας, που τότε ήτανε κατηφορικό προς τα κάτω, τώρα είναι διαφορετικά, σταματούσανε στο πάνω μέρος σε μιά ελιά. Εκεί σταμάταγε η φάλαγγα. Κάτω ήταν το απόσπασμα. Ένας-ένας, άμα είχε τίποτε ρούχα του λέγανε “βγάλτα”. Τα αφήνανε εκεί στην ελιά. Μετά του λέγανε προχώρα εκεί κάτω. Πήγαινε εκεί κάτω ο άνθρωπος, τον εκτελούσανε. Οι άλλοι εδώ πάνω τα βλέπανε. Σκέψου ο τελευταίος τι έβλεπε μέχρι να έρθει η σειρά του. Εκεί λένε ότι τους ακούγανε να τραγουδάνε “έχε γειά καϋμένε κόσμε…” οι άνθρωποι.
Το χειρότερο ήταν αυτό. Που βλέπανε αυτοί που περίμεναν τι γινότανε στους πρηγούμενους. Άντε τώρα να είναι 50, 100, και να περιμένεις. Να βλέπεις εκεί κάτω άλλον να τον σφάζουν, άλλον να τον ντουφεκάνε, άλλον να του κόβουν το χέρι, …. Όλους, παιδιά, παπάδες….Αυτό ήταν απαράδεκτο πράγμα που έγινε. Και το πράγμα είναι ότι αυτοί που εκτελούσανε τον κόσμο γίνανε ήρωες. Εγώ δεν λέω, μπορεί και από αυτούς πέντε, δέκα, κάτι να έκαναν. Αλλά να σκοτώσουνε όλο τον κόσμο;
Θυμάμαι ήταν ένας εξάδερφος της μάννας μου απο του Κατσαρού, και τον σκότωσαν τελευταίο ώρα, με την τελευταία αποστολή. Παρ’ότι ψάχνανε άνθρωποι να τον βρούνε, να τον βγάλουνε, διότι ήταν αθώος, δεν είχε κάνει τίποτα αυτός…”
Ο ιερέας του Μελιγαλά Παν. Παπαδόπουλος, σε κείμενο που έγραψε λίγα χρόνια μετά τη σφαγή, και το οποίο περιέχεται στο βιβλίο του Ηλία θεοδωρόπουλου, περιγράφει πολύ παραστατικά την κατάσταση στο Μπεζεστένι, αλλά και το έγκλημα της Πηγάδας:
“……Οι εις Μπεζεστένι ευρισκόμενοι ήσαν εις την διάθεσιν του κάθε καπετάνιου, όστις πήγαινε μέσα και συνελάμβανε όποιον ήθελε της αρεσκείας του, όπως ο τσοπάνος διαλέγει εκείνο το σφακτό που θέλει να σφάξη, τον οδηγούσε έξω και τον εκτελούσε. Ακολούθως το τραγικώτερον που συνέβει και απαίσιον στον αιώνα ήτο δύο-δύο έδεναν από τα χέρια με καλώδιο με μόνον το υποκάμισον και το εσώβρακον στη γραμμή κατά ομάδας και τους οδηγούσαν στην ιστορικήν Πηγάδα. Τους έκοβαν, άλλων το κεφάλι, τα χέρια, την μύτην, δηλαδή τους κακοποιούσαν, τους εβασάνιζαν πρώτα επάνω εις ένα κορμόν συκιάς με μάχαιραν ή πέλεκυν και τους έρριπτον εις την Πηγάδα έως ότου εκκαθάριζον εκείνους που ήθελον”. (σ.σ.η υπογράμμιση είναι δική μου. Ο ιερέας ομιλεί γιά αυτοδικίες καπετάνιων (ανταρτών του ΕΛΑΣ), όχι πολιτών).
Ο ίδιος ο Άρης είδε τις πρώτες κουστοδίες να φεύγουν γιά την Πηγάδα, αφού υπάρχει η μαρτυρία του Πολιτοφύλακα Σπύρου Ξιάρχου ότι διέταξε την απελευθέρωση ενός ηλικιωμένου αιχμαλώτου που τον πήγαιναν δεμένο και ημίγυμνο μαζί με άλλους γιά εκτέλεση. Ο Ξιάρχος, συγκεκριμένα γράφει:
“…Σε μιά από τις πρώτες συνοδείες που πήγαιναν γιά εκτέλεση ήταν και ο γέρο-Γιάννης Λαντζούνης πατέρας του πρώην βουλευτή Μίμη Λαντζούνη. Ο Άρης βρέθηκε στη συμβολή ακριβώς του κεντρικού δρόμου που διασχίζει τον Μελιγαλά και του δρόμου Ζευγολατειό-Μελιγαλά-Σκάλα. Καθώς είδε το γέρο δεμένο στη γραμμή διέταξε να τον λύσουν και να τον αφήσουν να πάει στο σπίτι του. Ο Άρης ούτε γνώριζε ποιός ήταν αυτός που ελευθέρωσε, ούτε ρώτησε τ’όνομά του…” (σ.σ. η υπογράμμιση δική μου).
Ο Ξιάρχος επιβεβαιώνει έτσι γιά τη γενοκτονία του Μελιγαλά και τα εξής:
τα θύματα δεν ήταν μόνον ταγματασφαλίτες αλλά και άμαχοι,
οι φόνοι δεν ήταν τυχαίες αυτοδικίες, αλλά οργανωμένες εκτελέσεις,
αυτές οι οργανωμένες εκτελέσεις, γίνονταν σε άλλο σημείο μακριά από το Μπεζεστένι (στην Πηγάδα),
τις εκτελέσεις δεν τις έκαναν αδέσποτα στοιχεία της περιοχής, αλλά αντάρτες με την έγκριση του Βελουχιώτη. Σε διαφορετική περίπτωση, αυτός θα τις σταματούσε και θα ελευθέρωνε όλους που ήταν στην συνοδεία,
ο Άρης παρέμεινε στον Μελιγαλά (και την γύρω περιοχή) έως αργά την 16η ή τις πρωϊνές ώρες της 17ης Σεπτεμβρίου, που άρχισαν να γίνονται οι οργανωμένες εκτελέσεις στην Πηγάδα.
Το σημείο στο οποίο ο Άρης συνάντησε την φάλαγγα, υποδηλώνει ότι αυτή ήταν μία από τις πρώτες που διέσχισαν την πόλη καθ’οδόν προς την Πηγάδα. Μετά από τις 2-3 πρώτες φάλαγγες, όλες οι επόμενες οδηγούνταν στην Πηγάδα περιμετρικά της πόλης. Ο Άρης, από τον Μελιγαλά έφυγε γιά την Καλαμάτα, και παραβρέθηκε στο λυντσάρισμα των 18 σημαντικών κρατουμένων από τον Μελιγαλά.
Η οργανωμένη σφαγή στην Πηγάδα κράτησε τέσσαρες ημέρες. Ξεκίνησε το Σάββατο, 16 Σεπτεμβρίου, και τελείωσε την Τετάρτη το μεσημέρι, 20 Σεπτεμβρίου.
Οι 30-40 τελευταίοι κρατούμενοι, πραγματικοί ζωντανοί νεκροί χωρίς νερό και φαγητό από την Πέμπτη το βράδυ ή την Παρασκευή το πρωΐ, αποφυλακίστηκαν σε μικρές ομάδες το ίδιο απόγευμα. Πιστεύω ότι αυτοί οι 30-40, ή είχαν προστατευθεί από κάποιους ή ήταν οι μόνοι τους οποίους κανένα στέλεχος του ΕΑΜ δεν τους υπέδειξε γιά εκτέλεση. Δεν γλύτωσαν όμως όλοι, γιατί κάποιοι εφεδροΕΛΑΣίτες και Πολιτοφύλακες δολοφόνοι καιροφυλακτούσαν ακόμη έξω από το Μπεζεστένι.
Στο βιβλίο του Ιωάννη Μπουγά υπάρχει η μαρτυρία του νεαρού τότε Δ.Μ. από το χωριό Τσουκαλέϊκα. Κρατούμενος στο Μπεζεστένι, ελευθερώθηκε λόγω της ηλικίας του και έφυγε από τον Μελιγαλά μαζί με τη μάννα του, με τη βοήθεια συγγενή τους που ανήκε στο ΕΑΜ:
“…Αρχίσανε οι εκτελέσεις.
Πενήντα-πενήντα, εκατό-εκατό.
Δεν σκοτώθηκε με ντουφέκι κανένας!
Όλοι με μαχαίρια, με τσεκούρια, και με κλαδεφτήρια!
Κουβάλησαν οι αντάρτες τον κόσμο όλο στην Πηγάδα.
Άρχισαν οι εκτελέσεις το Σάββατο, γύρω στις δέκα και μισή, και σταμάτησαν την Τετάρτη το μεσημέρι.
Εκεί ήταν και ο πατέρας μου και τα δύο μου αδέλφια, ο ένας 26 και ο άλλος 23 ετών.
Τον πατέρα μου, τον βγάλανε. Τον άφησαν την Τετάρτη το μεσημέρι στις 2 η ώρα.
Ήρθε εκεί που είμαστε με τη μάννα μου.
– Τα παιδιά τι γίνονται Α…….η; Ρώτησε η μάννα μου, όταν τον είδε.
– Τον Ν…..α, τον πήρε το Σάββατο ο Θύμιος (ένας από δω τα Τσουκαλέϊκα). Θα τον σκότωσε…. Δεν ξέρω…………
– Ο Θ……..ς έχει μείνει μέσα.
(σ.σ.Τις τελευταίες φράσεις ο αφηγητής τις λέει τόσο σιγά, που η φωνή του ακούγεται σαν ελαφρός απόηχος, σαν αναπνοή. Δεν θέλει να ταράξει τη μνήμη των αδελφών του. Αισθάνομαι πολύ άσχημα γιά τις μνήμες που του ξυπνώ. Αν πραγματικά έχουν ποτέ φύγει από κοντά του στα 64 χρόνια που πέρασαν).
Η μάννα μου σκέπασε το πρόσωπό της με τα χέρια της. Δεν έκλαψε……….
Ο πατέρας μου ζήτησε μόνο λίγο νερό.
Η μάννα μου το έφερε κάτι να φάει σ’ένα πιάτο. Δεν θυμάμαι τι ήταν. Δεν το ακούμπησε. Ήταν νηστικός κοντά μιά βδομάδα………….
Περιμέναμε μην φανούν τα αδέρφια μου, αλλά τίποτα.
Μάθαμε ότι τον Θ…….η τον άφησαν ελεύθερο από το Μπεζεστένι στις 4 η ώρα το απόγευμα (της Τετάρτης).
Βρέθηκε όμως μιά γνωστή έξω από το Μπεζεστένι και όταν τον είδε να βγαίνει τον σκότωσε.
Αυτά έγιναν…”
Οι απολογητές του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ, υποστηρίζουν ψευδώς ότι τα θύματα ήταν ταγματασφαλίτες και μόνο λίγοι άμαχοι, και ότι όλοι εκτελέστηκαν μετά τη μάχη σε μιά έκρηξη αυτοδικιών, σε αντίποινα όσων είχαν υποφέρει τα γύρω χωριά από αυτούς νωρίτερα. Τι είδους αντίποινα και αυτοδικίες όμως ήταν αυτές που είχαν θύματα ολόκληρες οικογένειες; Με θύματα μαθητές και μαθήτριες 16 και 17 ετών; Τι μπορεί να είχαν κάνει στα μέλη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ οι μαθητές και οι μαθήτριες; Μεταξύ των θυμάτων μπορεί κανείς να διακρίνει εκατοντάδες περιπτώσεις που περισσότερα απο ένα μέλη μιάς οικογενείας εκτελέστηκαν.Τι ακριβώς έγκλημα μπορεί να έκαναν όλες αυτές οι οικογένειες του Μελιγαλά και των γύρω χωριών και κωμοπόλεων; Πόσο τυχαίο μπορεί να είναι ένα γεγονός με θύματα τόσες οικογένειες;
Σε όλες τις ΕΑΜικές πηγές αναφέρεται, αορίστως και χωρίς συγκεκριμένα στοιχεία, ότι οι ταγματασφαλίτες του Μελιγαλά ήταν υπεύθυνοι εγκλημάτων. Βεβαιωμένη είναι η εκτέλεση από ταγματασφαλίτες του χωριού Λεύκη, κρυφά από το διοικητή του ΤΑ ταγματάρχη Στούπα, του μέλους της ΟΠΛΑ Γαργαλιάνων Γεωργίου Παυλέα. Φαίνεται ότι ο Παυλέας είχε κάποια εγκληματική δράση στην επίθεση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ στη Λεύκη (την 10/10/1943), ή είχε κατηγορηθεί γιά κάτι τέτοιο. Επίσης, ο Σπύρος Ξιάρχος αναφέρει γύρω στα 15 ονόματα θυμάτων του Τάγματος από την περιοχή του Μελιγαλά, χωρίς να αναφέρει τίποτε γιά τη δράση τους και τις συνθήκες θανάτου τους. Αν γιά παράδειγμα, όλοι τους ή μερικοί απ’αυτούς, ήταν ένοπλα μέλη της ΟΠΛΑ που σκοτώθηκαν σε συμπλοκές με το ΤΑ ή σε δικές τους ενέδρες γύρω από τον Μελιγαλά;
Επειδή δεν έχω άλλες πληροφορίες γι αυτά τα 15 πρόσωπα, και μη θέλοντας να τα αδικήσω, δεν μπορώ να πω, πως και γιατί έχασαν τη ζωή τους. Αν σκοτώθηκαν σε σύγκρουση με το ΤΑ ή αν είχαν κάποια τρομοκρατική δράση εναντίον των οικογενειών των ταγματασφαλιτών, ή άλλων “αντιδραστικών” σύμφωνα με το ΕΑΜ, και εκτελέστηκαν γι αυτή τη δράση τους από το ΤΑ. Διότι δεν πρέπει να λησμονείται ότι σε όλη την περίοδο ύπαρξης του ΤΑ του Μελιγαλά, συνέχιζαν τη τρομοκρατική δράση τους η ΟΠΛΑ και η Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ στη Μεσσηνία. Ο Κατοχικός Εμφύλιος δεν είχε σταματήσει ποτέ. Το ΤΑ Μελιγαλά είχε και αυτό αρκετούς νεκρούς και τραυματίες από ενέδρες του ΕΛΑΣ και της Πολιτοφυλακής του ΕΑΜ. Τα περισσότερα θύματα το ΤΑ του Μελιγαλά τα είχε στην ανατίναξη της αμαξοστοιχίας στο Ρούτσι τον Ιούλιο 1944, όταν επέστρεφε από την Τρίπολη.
Στη διάρκεια της μάχης του Σεπτεμβρίου, το ΤΑ κρατούσε όμηρους περίπου 300 μέλη του ΕΑΜ/ΚΚΕ και οικογενειών ανταρτών, υποτίθεται σαν ασφάλεια εναντίον επίθεσης του ΕΛΑΣ, και γιά να μην δράσουν εναντίον του ως πέμπτη φάλαγγα. Οι χώροι κράτησης ήταν το Μπεζεστένι με 200 περίπου φυλακισμένους, και μιά αποθήκη του τότε Μονοπωλείου στο κέντρο της πόλης με γύρω στα 100 άτομα.Το ΤΑ δεν πείραξε κανέναν από τους κρατούμενους, ούτε τους απείλησε, γιά να σταματήσει την επίθεση του ΕΛΑΣ. Τους φυλακισμένους στο Μπεζεστένι, τους ελευθέρωσαν οι αντάρτες όταν έπεσε η πόλη. Μεταξύ αυτών ήταν και η γιατρός των Γαργαλιάνων Νίτσα Γκριτζιώτη. Οι φρουροί που ήταν στην αποθήκη του Μονοπωλείου, άφησαν τους πιό πολλούς κρατούμενους που ήταν εκεί να φύγουν γιά τα σπίτια τους, όταν το κτίριο κτυπήθηκε από βλήμα των ανταρτών και έπιασε φωτιά η στέγη του. Σαν συμπέρασμα λοιπόν μπορούμε να πούμε απλά, η κατηγορία ότι οι ταγματασφαλίτες του Μελιγαλά είχαν ανοίξει ιδιαίτερους λογαριασμούς με τους κατοίκους της περιοχής, λόγω εγκλημάτων που είχαν διαπράξει, δεν έχει μεγάλη δόση αληθείας.Σε αντίθεση με τη μονάδα του Μελιγαλά, η μονάδα της Καλαμάτας, και αρχικά που λειτουργούσε ως ανεξάρτητο Τάγμα (Φεβρουάριος-Απρίλιος 1944), και μετά που έγινε λόχος του ΤΑ Μελιγαλά, δεν είχε πάντοτε την ίδια δίκαιη, ανθρώπινη, και προ παντός εθνική συμπεριφορά. Τον Ιούνιο 1944, σε δύο περιπτώσεις, και ως αντίποινα γιά το θάνατο Γερμανών, εκτέλεσε συνολικά 55 πολίτες! Ως αντίποινα γιά επιθέσεις εναντίον δικών του οπλιτών, εκτέλεσε στην Καλαμάτα 8-10 ακόμη πολίτες, σε διάφορες ημερομηνίες. Κάποιοι λοιπόν Μεσσήνιοι, ίσως είχαν λογαριασμούς να λύσουν με τους ταγματασφαλίτες της Καλαμάτας και τους αξιωματικούς τους που είχαν καταφύγει στον Μελιγαλά μετά την πτώση της Καλαμάτας. Τι λογαριασμούς όμως έλυναν όταν εκτελούσαν εκατοντάδες ανθρώπους που δεν είχαν σχέση με τους ταγματασφαλίτες της Καλαμάτας; Όταν εκτελούσαν παιδιά κάτω των 20 ετών, και γυναίκες και άνδρες 50, 60, 70, ακόμη και 80 ετών, που την περίοδο των γεγονότων του 1944 εθεωρούντο όλοι ηλικιωμένοι;
Πέραν της τεράστιας αναντιστοιχίας των αριθμών -75 με 80 θύματα γιά το ΕΑΜ/ΚΚΕ έναντι 1.700 από τα ΤΑ και τους άμαχους στον Μελιγαλά- προκύπτουν και πολλά άλλα ερωτήματα.Τι έγκλημα μπορεί να είχαν διαπράξει τα αδέλφια Παναγιώτης και Κωνσταντίνος Μακρής από τον Νερόμυλο, 14 και 16 ετών αντίστοιχα, που σφαγιάστηκαν στον Μελιγαλά; Γιατί θανατώθηκαν οι ιερείς, οι γιατροί και οι δικηγόροι, οι συμβολαιογράφοι, οι φαρμακοποιοί του Μελιγαλά και των γύρω κωμοπόλεων; Ήταν όλοι αυτοί ταγματασφαλίτες; Είναι δυνατόν; Μήπως πραγματικά μαρτύρησαν διότι απλά δεν είχαν γίνει μέλη του ΕΑΜ; Μήπως άλλοι σφαγιάστηκαν διότι κατέφυγαν στον Μελιγαλά γιά ασφάλεια, και αυτή μόνο η πράξη τους κατάταξε αυτόματα στους αντιπάλους του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ; Στην “αντίδραση”, όπως αποκαλούσαν τότε όποιον δεν συμφωνούσε μαζί τους, που έπρεπε να εκλείψει ώστε να εγκαθιδρυθεί, η “λαοκρατία”;
Μάλλον κάτι τέτοιο συνέβει στον Μελιγαλά!
Οι Μεσσήνιοι ηγέτες του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ, Φράγκος (Ακρίτας), Μιχαλόπουλος (Ωρίων), Στέλιος Διακουμογιαννόπουλος, Βασίλειος Μπράβος, Γεώργιος Δάλλας, κλπ., οι απεσταλμένοι του Σιάντου, Νίκος Μπελογιάννης, Αχιλλέας Μπλάνας, και Τάσσος Κουλαμπάς, και οι καπετάνιοι του ΕΛΑΣ, εφάρμοζαν το σχέδιό τους. Και το σχέδιο είχε δύο πτυχές. Πρώτον, την οριστική εξόντωση των ΤΑ ως αντίπαλου στρατιωτικού σχηματισμού, και δεύτερον την εξαφάνιση όλων εκείνων που είχαν χαρακτηρισθεί ως “αντίδραση” στη Μεσσηνία, και πού δεν είχαν εκτελεστεί μέχρι τότε λόγω της προστασίας τους από τα ΤΑ.
Γιά το ΕΑΜ/ΚΚΕ, όποιος εγκατέλειψε το χωριό του και κατέφυγε στον Μελιγαλά, ήταν “αντίδραση” και έπρεπε να εκλείψει γιά να έρθει η νέα τάξη πραγμάτων που πρέσβευε το ΕΑΜ/ΚΚΕ. Και τι αν αυτοί οι άνθρωποι ήταν φτωχοί γεωργοί και κτηνοτρόφοι, που είχαν δει τους γείτονές τους να σέρνονται στα στρατόπεδα του Χαλβάτσου ή της Μέλπειας από την ΟΠΛΑ, και έφυγαν γιά να μην έχουν την ίδια τύχη; Αυτή η πιθανότητα δεν μετρούσε τότε γιά τον Νίκο Μπελογιάννη, τον Θανάση Κλάρα και την ηγεσία του ΕΑΜ/ΚΚΕ Μεσσηνίας.
Διότι και αυτή η αλήθεια παραβλέπεται στις περιγραφές της τραγωδίας του Μελιγαλά. Ότι δηλαδή, η πλειοψηφία των εκτελεσθέντων δεν ήταν κάτοικοι της κωμοπόλεως.Ήταν από εκείνους που είχαν καταφύγει εκεί γιά προστασία από την ΕΑΜοκρατία. Στα θύματα περιλαμβάνονται δεκάδες πολυμελείς οικογένειες από τα γύρω χωριά. Η οικογένεια Αλιφέρη από τα Τσουκαλέϊκα με 7 θύματα, Γρουσουζάκου από το Πεταλίδι με 7 θύματα, Καστανά από το Νεοχώρι με 9 θύματα μεταξύ 16 και 50 ετών, Κουτσίκου από τη Μικρομάνη με 8 θύματα, Μυλωνά από το Νεοχώρι με 9 θύματα μεταξύ 20 και 70 ετών, Σγουμπόπουλου από τη Μερόπη με 5 θύματα από 24 έως 85 ετών. Όχι ότι ο Μελιγαλάς δεν είχε θύματα. Έχασε τουλάχιστον 300 κατοίκους του. Με πρώτους, τον 70 ετών πρόεδρό του, τον δικηγόρο Αλκιβιάδη Παπαδόπουλο, και τον 45-χρονο Γυμνασιάρχη του Παναγιώτη Τσίτουρα που εκτελέστηκε μαζί με τον γυιό του, φοιτητή. Αρκετές οικογένειες του Μελιγαλά – Γρίβα, Δέδε, Δρούτσα, Κυρκιλή, Λαντζούνη, Μανιάτη, Μπένου, κλπ.- έχασαν πάνω από ένα μέλος τους. Το Κοπανάκι είχε το λιγότερο 75 θύματα, το Διαβολίτσι 50, και τα μικρά χωριά Νεοχώρι και Μερόπη, 55 και 15 αντίστοιχα. Τουλάχιστον 60 χωριά και κωμοπόλεις της Άνω Μεσσηνίας είχαν πάνω από 10 θύματα. Άλλα θύματα ήταν από άλλα μέρη της Ελλάδος, τη Μάνη και την Κρήτη.
Το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα είναι ότι μετά τη μάχη στον Μελιγαλά, μεταξύ Παρασκευής 15 και Τετάρτης 20 του μηνός Σεπτεμβρίου 1944, συντελέστηκε μιά γενοκτονία χωρίς προηγούμενο στην Ελλάδα! Η γενοκτονία αυτή είχε σχεδιαστές και φυσικούς αυτουργούς. Καμιά γενοκτονία δε συμβαίνει τυχαία, ούτε σε κενό. Υπάρχει πάντα σχεδιασμός. Έτσι και η γενοκτονία του Μελιγαλά είχε σχεδιαστεί πριν τη μάχη από συγκεκριμένους ανθρώπους και εκτελέστηκε γιά τους σκοπούς της παράταξης που υπηρετούσαν. Η γενοκτονία έγινε γιατί η ηγεσία του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία της μάχης γιά να εξοντώσει μαζί με τους ταγματασφαλίτες και όλους αυτούς που είχαν καταφύγει στον Μελιγαλά, και τους οποίους γι’συτόν ακριβώς τον λόγο, τους θεωρούσε επικίνδυνους αντίπαλους.
Αντίθετα με τις κατηγορίες των απολογητών της Αριστεράς, η συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων δεν εκτελέστηκαν γι αυτά που είχαν κάνει, αλλά γι αυτά που δε δέχονταν να κάνουν. Η ηγεσία του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ είχε πειστεί ότι τα θύματα δεν επρόκειτο να δεχθούν αδιαμαρτύρητα την επικράτηση του κομμουνισμού στην Ελλάδα. Αφού οι ταγματασφαλίτες είχαν προτιμήσει να πάρουν όπλα από τους Γερμανούς, αντί να προσχωρήσουν στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ, και στο μέλλον θα συνέχιζαν να είναι αντίπαλοί του. Αυτή ακριβώς η στάση τους υπέγραψε και τη θανατική τους καταδίκη!
Βέβαια, όλοι οι αντίπαλοι του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ δεν είχαν καταταγεί στα Τάγματα. Γιά τους επαγγελματίες, τους έμπορους, τους επιστήμονες, τους αξιωματικούς, και άλλες τοπικές προσωπικότητες, αρκούσε το γεγονός ότι παρέμειναν σε μιά “ταγματασφαλίτικη” πόλη, και δεν τάχθηκαν κάτω από τη σημαία του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ, γιά να έχουν υπογράψει τη θανατική τους καταδίκη. Επί πλέον, με την εκτέλεση παρόμοιων ατόμων σε μιά μικρή επαρχιακή κοινωνία, το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ πίστευε ότι τρομοκρατεί τους υπόλοιπους κατοίκους. Ο καθένας μπορούσε να σκεφθεί με τρόμο: ”Αν δολοφονούν τον γυμνασιάρχη, τον βουλευτή, τον γιατρό, τον παπά, τον ταγματάρχη, τον έμπορο, θα λογαριάσουν εμένα τον κτηματία, τον εργάτη, τον κτηνοτρόφο”;
Υποστηρίζεται συνεχώς από τους απολογητές του φοβερού εγκλήματος, ότι οι αντάρτες του ΕΛΑΣ έφυγαν από τον Μελιγαλά αμέσως μετά τη μάχη, και δεν εκτέλεσαν κανένα. Τα πραγματικά όμως γεγονότα είναι τελείως διαφορετικά. Όλες ή τουλάχιστον 99% των αυτοδικιών -που αποτελούν μόνο ένα μικρό ποσοστό του συνόλου των δολοφονιών που έγιναν την ημέρα που έπεσε ο Μελιγαλάς και τις επόμενες- τις έκαναν αντάρτες του ΕΛΑΣ. Οι αντάρτες έκαναν και το ολικό πλιάτσικο στα καταστήματα και σε εκατοντάδες σπίτια της πόλης, πριν οι περισσότεροι φύγουν γύρω στο μεσημέρι της επόμενης ημέρας. Ο Μελιγαλάς ήταν στην απόλυτη κατοχή του ΕΛΑΣ. Ό,τι συνέβαινε εκεί, συνέβαινε διότι το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ το επέτρεπε, ή το είχε σχεδιάσει να γίνει έτσι! Αντάρτες από το 8ο σύνταγμα Λακωνίας παρέμειναν στον Μελιγαλά όταν ο μεγάλος όγκος του ΕΛΑΣ ανεχώρησε γιά τους Γαργαλιάνους. Αυτοί φρουρούσαν το Μπεζεστένι, αυτοί οδηγούσαν τις φάλαγγες των μελλοθανάτων από το Μπεζεστένι στην Πηγάδα. Και εκεί στην Πηγάδα, μερικοί από αυτούς του αντάρτες του ΕΛΑΣ από τον Πάρνωνα εκτελούσαν τα θύματα μαζί με πολιτοφύλακες της περιοχής του Μελιγαλά.
Η ευθύνη της γενοκτονίας ανήκει ολοκληρωτικά στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ, αφού τα θύματα ήταν αιχμάλωτοι του ΕΛΑΣ όταν θανατώθηκαν στην Πηγάδα, στο Μπεζεστένι ή οπουδήποτε αλλού στη γύρω περιοχή.Φυσικά, είτε αντάρτες ήταν οι δήμιοι, είτε πολιτοφύλακες, τις δολοφονίες τις έκαναν με την εντολή και την κάλυψη του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ. Χωρίς αυτή την κάλυψη -την οποία απεδείχθει ότι την είχαν και την έχουν ακόμη και σήμερα- κανείς κρατούμενος δεν θα εκτελείτο στον Μελιγαλά. Ούτε ταγματασφαλίτης, ούτε άμαχος. Το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ ήταν ικανό να εφαρμόζει σιδερένια πειθαρχία με το όπλο της τρομοκρατίας. Αν το ήθελε, ούτε μύτη δεν θα λυνόταν στον Μελιγαλά!
Εκτός από την ταυτότητα των εκτελεστών, η αριστερά δημιουργούσε πάντα σύγχυση και γιά δύο ακόμη στοιχεία της τραγωδίας του Μελιγαλά. Πρώτον, γιά την ταυτότητα των θυμάτων. Αν δηλαδή ήταν όλοι ταγματασφαλίτες ή και άμαχοι. Δεύτερον, γιά τον αριθμό των θυμάτων. Ο ακριβής αριθμός είναι άγνωστος. Η πλευρά των συγγενών των θυμάτων υποστηρίζει ότι ήταν πάνω από 1.000, και παραθέτει και πάνω από 1.000 ονόματα. Σε πολλές πηγές αναφέρεται ότι στο Μπεζεστένι ο Βελουχιώτης βρήκε πάνω από 2.000 κρατούμενους την 16η Σεπτεμβρίου. Στην ημερησία εφημερίδα των Αθηνών Εμπρός της 29ης Αυγούστου 1945, υπάρχει ανταπόκριση από την Τρίπολη γιά την τραγωδία του Μελιγαλά, στην οποία ο αριθμός των κρατουμένων πριν να αρχίσει η σφαγή εκτιμάται σε 2.720 βάσει των ανακρίσεων του εισαγγελέα Στυλιανέα του πλημμελειοδικείου Καλαμάτας.
Τα εκτελεστικά αποσπάσματα στην Πηγάδα εργάζονταν συνεχώς γιά τέσσαρες ημέρες, από 17 έως 20 Σεπτεμβρίου, και υπολογίζεται ότι θανάτωσαν πάνω από 1.000 άτομα. Οι παλαιότεροι στον Μελιγαλά έλεγαν ότι μεταξύ 16 και 20 Σεπτεμβρίου έφυγαν από το Μπεζεστένι γιά την Πηγάδα 12 -15 κουστοδίες δεμένων. Πολλές πηγές αναφέρουν ότι σε κάθε κουστοδία οι αντάρτες είχαν δεμένα 50-100 θύματα. Με αυτά τα δεδομένα, τα θύματα της Πηγάδας υπολογίζονται σε 1.000. Αυτός ο αριθμός εκτελεσθέντων δίνεται και από μερικές ΕΑΜικές πηγές. Αν στην Πηγάδα εκτελέστηκαν 1.000 άτομα, το σύνολον των θυμάτων στην περιοχή του Μελιγαλά είναι πάνω από 1.700. Ομάδες αιχμαλώτων εκτελέστηκαν στα κοντινά χωριά, όπως αναφέρθηκε πριν. Μεμονωμένοι διαφυγόντες από τον Μελιγαλά εκτελέστηκαν σε διάφορα άλλα μέρη, μέχρι και το Δυρράχιο, τα Παραδείσια και τη Βυτίνα (π.χ. ο ανθυπολοχαγός Θεοφάνους). Τα ονόματα των θυμάτων δεν είναι μόνον εκείνα που είναι γραμμένα στο μνημείο της Πηγάδας. Είναι σκορπισμένα και σε νεκροταφεία της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου, ενώ πολλών ίσως δεν είναι σημειωμένα πουθενά στην περιοχή. Γιά γραφειοκρατικούς λόγους, τα επόμενα χρόνια, θύματα του Μελιγαλά μπορεί να δηλώθηκαν ότι έχασαν τη ζωή τους σε άλλες τοποθεσίες.
Οι αριθμός των θυμάτων που έχει δοθεί από άλλους -χωρίς πάντα να προσδιορίζουν αν ομιλούν γι αυτούς που ρίχτηκαν στην Πηγάδα, ή όλους που εκτελέστηκαν στην περιοχή από το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ- κυμαίνεται δραματικά. Ο μικρότερος αριθμός δίδεται από έναν που κατηγορήθηκε ως εκτελεστής, τον Σπύρο Ξιάρχο που γράφει ότι 280-320 εκτελέστηκαν στην Πηγάδα και 400-440 ως σύνολο. Ο Γιάννης Καραμούζης γράφει: “..Γενικώς στου Μελιγαλά εξετελέσθησαν κατά διαφόρους τρόπους όχι λιγώτερα από 1200 άτομα”. Ο μεγαλύτερος αριθμός που έχει αναφερθεί είναι 3.500 από την ΔΙΣ. Το ΙΙ Γραφείο του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, στο δελτίο του υπ’αριθμό 9458, της 16ης Σεπτεμβρίου, γράφει: “…αφού συντρίψαμε την άμυνα 1.000 και παραπάνω Ράλληδων οι οποίοι διεκδίκησαν την πόλη σπίτι προς σπίτι 800 σκοτώθηκαν στη μάχη. Δικές μας απώλειες 60 νεκροί και 150 τραυματίες…”. Εδώ είναι προφανής η αναντιστοιχία στους αριθμούς των θυμάτων αμυνομένων και επιτιθεμένων, και η απουσία τραυματιών από τους ταγματασφαλίτες! Γιατί αν ο ΕΛΑΣ είχε 60 νεκρούς, οι αμυνόμενοι λογικά έπρεπε να έχουν μόνο 10-15! Και πραγματικά στη μάχη σκοτώθηκαν γύρω στους 15 ταγματασφαλίτες, και περίπου 10 άμαχοι.
Ο Στέφανος Σαράφης επίσης ομιλεί γιά 800 νεκρούς Ράλληδες (ταγματασφαλίτες), αλλά δεν λέει τίποτε γιά τις εκατοντάδες θύματα από τους άμαχους. Η Γερμανική Διοίκηση της Ομάδας Στρατιών Ε, σε δελτίο πληροφοριών της, της 19ης Σεπτεμβρίου, αναφέρει ότι “…από τους 1.300 άνδρες των δήθεν Τμημάτων Ασφαλείας φονεύθηκαν 800”. Το ίδιο νούμερο δίνει και η Βρετανική Force 133 στο δελτίο της, της 24ης Σεπτεμβρίου, όπου αναφέρει: “…Συμφώνως προς αναφορά του ΕΛΑΣ 1300 άνδρες των ΤΑ ενεπλάκησαν εις μάχην διά το Μελιγαλά την 15ην Σεπτεμβρίου εις την οποίαν 800 εφονεύθησαν, έναντι 60 φονευθέντων του ΕΛΑΣ και 30 τραυματισθέντων…”
Αριθμό θυμάτων μεταξύ 400 και 1000 αναφέρουν όλα σχεδόν τα βιβλία και οι δημοσιεύσεις που έχουν γραφεί από απολογητές του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ. Μερικοί αποφεύγουν τελείως να αναφέρουν αριθμό θυμάτων. Τα λίγα βιβλία της άλλης πλευράς, της αντιΕΑΜικής, γενικά δίνουν μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων. Στην ελληνική έκδοση της “Μαύρης Βίβλου του Κομμουνισμού” , σελ. 347, αναφέρεται: “…Στον Μελιγαλά, 1.400 άντρες, γυναίκες και παιδιά και περίπου 50 αξιωματικοί των ΤΑ σφαγιάστηκαν…”.
Ο Ιωάννης Μπουγάς υπολογίζει τα θύματα σε τουλάχιστον 1700. Σχετικά με την ταυτότητα των θυμάτων, γράφει: “Όλες οι φιλοΕΑΜικές πηγές ευθέως ή εμμέσως υποστηρίζουν ότι τα θύματα ήταν μόνο ταγματασφαλίτες ή κυρίως ταγματασφαλίτες. Η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο. Σύμφωνα με την έρευνά μου στα αρχεία του ΥΠΕΑ, στον Μελιγαλά έχασαν τη ζωή τους 47 αξιωματικοί του ΤΑ και 704 οπλίτες, σύνολο 751 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων και των χωροφυλάκων. Αυτό σημαίνει, πρώτον ότι ο ΕΛΑΣ δολοφόνησε μετά τη μάχη περίπου 735 αξιωματικούς και οπλίτες του Τάγματος και της Χωροφυλακής. Δεύτερον, με το σύνολο των θυμάτων πάνω από 1.700, στο Μελιγαλά το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ δολοφόνησε και 1.000 περίπου αμάχους! Ακόμη και αν οι νεκροί ήταν μόνο 1.154, όσα τα ονόματα που έχει καταγράψει ο Ηλίας Θεοδωρόπουλος, σημαίνει ότι εκτός από τους 735 ταγματασφαλίτες, ο ΕΛΑΣ δολοφόνησε και 403 αμάχους. Όχι έναν μικρό αριθμό, με οποιοδήποτε μέτρο σύγκρισης!”
Κανονικά βέβαια, δεν θα έπρεπε να ασχολείται κανείς με τον αριθμό των θυμάτων. Δυστυχώς όμως, όπως όλοι οι εκτελεστές μαζικών εγκλημάτων ανά την υφήλιο, οι υπεύθυνοι της σφαγής του Μελιγαλά και οι απολογητές τους, προσπαθούν αφ’ενός να ελαττώσουν τον αριθμό των θυμάτων, και αφ’ετέρου να προσβάλλουν τον πατριωτισμό των θυμάτων τους. Και οι απολογητές δεν είναι μόνον κομματικά στελέχη της αριστεράς, αλλά συχνά και ακαδημαϊκοί άνθρωποι, όπως ο φοιτητής της Παντείου Πανεπιστημίου Γιώργος Πετρόπουλος, και οι καθηγητές του που δέχτηκαν τη διπλωματική διατριβή του το 2007, στην οποία μεταξύ άλλων γράφει: “…ο τόπος ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για να συγκεντρωθεί ο μεγάλος αριθμός των νεκρών της μάχης, αλλά και των αντιποίνων που ακολούθησαν είναι η γνωστή Πηγάδα, που στα μετεμφυλιακά χρόνια αποτέλεσε τον τόπο σύμβολο της “αγριότητας των κομμουνιστών” ενταγμένη στο “εθνικόφρον” αφήγημα γιά τα χρόνια της Κατοχής.” (σ.σ. Η υπογράμμιση δική μου).
Προφανώς, ο νέος αυτός πολιτικός επιστήμων και οι καθηγητές του, πέραν του ότι έσφαλλαν (γιατί ο αριθμός των νεκρών ταγματασφαλιτών στη μάχη δεν ήταν μεγάλος όπως γράφει, ενώ ο ΕΛΑΣ έθαψε τους δικούς του νεκρούς στο νεκροταφείο, όχι στην Πηγάδα) αποκαλούν το οργανωμένο έγκλημα της απάνθρωπης σφαγής εκατοντάδων αιχμαλώτων κάθε ηλικίας “εθνικόφρον” αφήγημα!
Τελειώνω με μιά απορία ή ερώτηση γι αυτούς, σαν τους υπεύθυνους του Ιού της Ελευθεροτυπίας, που δικαιολογούν τη σφαγή του Μελιγαλά, ως αντίποινα και ανεξέλεγκτες αυτοδικίες εναντίον των ταγματασφαλιτών. Γιατί τότε δεν δικαιολογούν και τις αυτοδικίες και τα αντίποινα της άλλης πλευράς μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, που, παρότι καταδικαστέα ακόμη και στο μέγεθος που έγιναν, ποτέ δεν πήραν τη μαζική μορφή του Μελιγαλά, των Γαργαλιάνων, της Πύλου ή της Καλαμάτας;
Μήπως γιά τους υπεύθυνους του Ιού και τον φοιτητή του Παντείου Πανεπιστημίου, και άλλους που σκέπτονται σαν αυτούς, έγκλημα στον Ελληνικό Εμφύλιο ήταν μόνον η δολοφονία οπαδών της Αριστεράς!Μήπως τα ανθρώπινα διακαιώματα, ο πόνος του βασανισμού,το αίμα των νεκρών, έχουν άλλη αξία ανάλογα με τα πολιτικά πιστεύω των θυμάτων;
Αυτά είναι τα πραγματικά γεγονότα της τραγωδίας του Μελιγαλά, χωρίς πάθος, αλλά και χωρίς ωραιοποιήσεις ή συγκαλύψεις. Είναι καιρός πιά, μετά από 65 χρόνια, όχι μόνο να γίνει το ανείπωτο έγκλημα γνωστό στο πραγματικό εύρος του, αλλά και αποδεκτό ιστορικά από όλους. Ιδιαίτερα από την ηγεσία της Αριστεράς και τους απολογητές των έργων της, που αρνούνται να παραδεχθούν τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι Οργανώσεις της ΟΠΛΑ, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ στον Κατοχικό Εμφύλιο και τις δύο περιόδους της ΕΑΜοκρατίας και της Κόκκινης Τρομοκρατίας. Την Πρώτη περίοδο:“Σεπτέμβριος 1943 -Σεπτέμβριος 1944”, και την Δεύτερη: “Οκτώβριος 1944-Φεβρουάριος 1945”. Με κορυφαίο τους έγκλημα, τη μαζική εκτέλεση των κρατουμένων ταγματασφαλιτών και αμάχων το τετραήμερο 16-20 Σεπτεμβρίου 1944 στον Μελιγαλά!
Σ’αυτούς που θα δυσανασχετήσουν γιά την παρουσίαση της φριχτής αλήθειας μετά από 65 χρόνια, και θα σκεφθούν να αντιδράσουν με τις συνήθεις κατηγορίες: “καλλιεργεί το μίσος”, “είναι φασίστας”, “είναι ακροδεξιός”, έχω μιά απλή απάντηση.
-“Τίποτε από αυτά δεν ισχύει, αλλά ούτε έχουν και καμιά σημασία. Σημασία έχουν τα τραγικά γεγονότα καθ’εαυτά και αν καταγραφή τους είναι σωστή, όχι ο συγγραφέας. Στα γεγονότα ας επικεντρώσουν την προσοχή τους οι αναγνώστες που ενδιαφέρονται γιά την Ιστορία αυτής της τραγικής περιόδου”.
Είτε το θέλουμε είτε όχι, ο Μελιγαλάς με την Πηγάδα του είναι μέρος της ιστορίας μας, και μόνο όταν τη γνωρίζουμε, γνωρίζουμε και ποιοί είμαστε!
Κύρια Βιβλιογραφία
ΗΛΙΑΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ, “Η ΠΗΓΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΛΙΓΑΛΑ”, Αθήνα, 2001
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΜΟΥΖΗΣ, “ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΣΤΟ ΜΩΡΙΑ”, Τρίπολις 1950,
ΓΡΗΓ. ΚΡΙΜΠΑΣ, “Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΜΕΣΣΗΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΓΥΡΩ ΝΟΜΟΥΣ”, 1985
ΤΑΣΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΔΗΜ. ΤΡΙΜΗΣ, ο Ιός της Κυριακής, Η Ελευθεροτυπία, 11/9/2005.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΟΥΤΟΥΛΑΣ,”ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ 1941-45”, Βιβλιόραμα, 2004,
ΙΩΑΝΝΗΣΜΠΟΥΓΑΣ, “ΜΑΤΩΜΕΝΕΣΜΝΗΜΕΣ 1940-45”, ΕκδόσειςΠελασγός, 2009
ΣΠΥΡΟΣ ΞΙΑΡΧΟΣ, “Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΕΛΙΓΑΛΑ”, 1982
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ, “Τα Τάγματα Ασφαλείας στην Πελοπόννησο”, Διπλωματική Εργασία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2007 πηγη