
Με πολύ σκληρό άρθρο “απαντα” ο Κώστας Βαξεβανης στην αρμόδια εισαγγελία του Αρείου Πάγου για τα των υποκλοπών με αιχμές προσωπικές και κατά του Ισίδωρου Ντογιακου:
“Η εισαγγελέας δεν ήξερε, αλλά δεν ρώταγε κιόλας. Δεν ήξερε ότι μερικές μέρες πριν το Documento δημοσίευσε τα αποδεικτικά στοιχεία για τις παρακολουθήσεις τα οποία αναζητά μάλιστα, όπως υποστηρίζει, η εισαγγελική έρευνα. Δεν γνώριζε ότι αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία των παρακολουθήσεων, τα οποία είναι όχι μόνο αποδεικτικά εκτροπής
αλλά και εξευτελισμού ενός υπουργού που αποκαλείται από την ΕΥΠ «στόχος» με τον κωδικό αριθμό 5046c, τα γνωρίζει πλέον όλη η Ελλάδα και προκάλεσαν μάλιστα ανταλλαγή πολιτικών δηλώσεων μεταξύ των κομμάτων. Δεν φτάνει που δεν ήξερε, δεν ρώτησε κιόλας να μάθει τώρα που η ουσία και τα στοιχεία είναι ξεκάθαρα
Οταν το Documento αποκάλυψε την πρώτη λίστα παρακολουθουμένων από το Predator ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος ανακοίνωσε ότι θα κληθώ από την εισαγγελέα να δώσω τα αποδεικτικά στοιχεία. Ηταν τόση η βιασύνη τότε (και πολύ φοβάμαι η διάθεση να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι δεν είχα στοιχεία) που η εισαγγελέας Αγγελική Τριανταφύλλου με ενημέρωσε τηλεφωνικώς χωρίς τυπική κλήτευση να πάω να καταθέσω. Το σύστημα τότε βιαζόταν για κάποιο λόγο.
Τώρα που δημοσιεύτηκαν οι αναλυτικοί διάλογοι του Κωστή Χατζηδάκη, όπως είχαν καταγραφεί από την ΕΥΠ μαζί με τα τηλέφωνα που ήταν υπό παρακολούθηση, η εισαγγελία όχι μόνο δεν είχε ενημερωθεί για το δημοσίευμα (όπως ομολόγησε η ίδια η εισαγγελέας), αλλά μάλλον έχασε και το δικό μου τηλέφωνο και δεν με κάλεσε να δώσω όποια στοιχεία ήθελε.
Και η κοροϊδία συνεχίστηκε. Με αίτημα της εισαγγελίας προς την ΕΥΠ ερωτάται η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα υπηρεσία αν τα πρόσωπα των οποίων τα ονόματα ήταν στις λίστες που δημοσίευσε το Documento ήταν πραγματικά υπό παρακολούθηση. Ζητήθηκε δηλαδή από αυτόν που εγκληματεί να παραδώσει τα αποδεικτικά στοιχεία του εγκλήματος. Η εισαγγελία δεν έκανε έφοδο στην ΕΥΠ να κατασχέσει έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία όπως έχει γίνει στο παρελθόν, αλλά αιτείται με χαρτόσημο και όλο το τυπικό της νομικής ευγένειας. Αλλά έφοδο έκανε αλλού. Την έκανε με καθυστέρηση μηνών στα άδεια γραφεία των εταιρειών που ενδεχομένως να εμπλέκονται στη διαχείριση του Predator. Τα αποτελέσματα της έρευνας-εφόδου ήταν τα αναμενόμενα: μερικές σπασμένες καρέκλες κι ένα τραπέζι που τα έφαγε το σαράκι μέχρι να τα βρει η έρευνα της αστυνομίας.
Η εισαγγελία απέφυγε να πράξει το μόνο λογικό και αποτελεσματικό αίτημα που θα μπορούσε να κάνει. Να απευθυνθεί στους παρόχους κινητής τηλεφωνίας και όχι στον δράστη ΕΥΠ και να ρωτήσει αν συγκεκριμένοι αριθμοί τηλεφώνου ήταν σε παρακολούθηση έπειτα από αίτημα της ΕΥΠ. Γιατί δεν έκανε λοιπόν το αυτονόητο η εισαγγελία; Γιατί κυνηγάει μέσα σε ένα λαβύρινθο νομικισμών και γραφειοκρατικού τυπικού το μπέρδεμα και όχι την αλήθεια; Η απάντηση είναι μία. Γιατί έχει μεθοδευτεί η παραγωγή χάους και αμφιβολιών ώστε να εξυπηρετηθεί η κυβέρνηση. Την επιλογή αυτήν κατά πάσα πιθανότητα δεν την κάνουν συνειδητά οι εισαγγελείς που κάνουν την έρευνα, αλλά καθοδηγούνται επιτήδεια μέσα από τους «νομικούς προβληματισμούς» των ανωτέρων τους και τις «προτεραιότητες της έρευνας» ώστε να υπάρχει εγγυημένη αναποτελεσματικότητα. Το ζητούμενο είναι να μπορεί να λέει ο Μητσοτάκης όποτε στριμώχνεται από νέα στοιχεία που τον ενοχοποιούν ότι το θέμα το ερευνά η Δικαιοσύνη.