
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας, σχεδιάζεται να γίνει νόμος του κράτους με Προεδρικό Διάταγμα στις αρχές Φεβρουαρίου, «φιμώνοντας» έτσι τις ενοχλητικές δημοσιογραφικές φωνές στα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά δίκτυα, ενόψει εκλογών.
Συγκεκριμένα, δύο είναι τα παρεμβατικά άρθρα που το ΕΣΡ προτείνει να ενταχθούν στον κώδικα δεοντολογίας και τα οποία εγκλωβίζουν σε στενά πλαίσια τη δημοσιογραφική έρευνα.
Όπως αναφέρεται στο εδάφιο 3 του Άρθρου 22 του Σχεδίου, «η δημοσιογραφική έρευνα δεν πρέπει να υποκαθιστά τις αστυνομικές, ανακριτικές ή άλλες αρμόδιες αρχές».
Η πρόβλεψη αυτή, είναι σαφές ότι λόγω της πολύ ευρείας ερμηνείας που θα μπορούσε να λάβει κατά περίπτωση, μπορεί να λειτουργήσει με τέτοιο τρόπο ώστε να εμποδίσει τη δημοσιοποίηση κρίσιμων καταθέσεων και μαρτυριών, τόσο σε περιπτώσεις βίαιων εγκλημάτων, όσο και σε υποθέσεις διαφθοράς. Άλλωστε, τέτοιες δημοσιογραφικές πληροφορίες έχουν χρησιμοποιηθεί πολλές φορές έως τώρα στα δικαστήρια ως αποδεικτικά στοιχεία, ενώ σε περιπτώσεις διαφθοράς, τα αποτελέσματα της δημοσιογραφικής έρευνας, ήταν αυτά που τελικά κινητοποιούσαν τη δικαιοσύνη να παρέμβει.
Εξίσου προβληματικό είναι και το άρθρο 28 που αφορά τη φύση των πληροφοριών που μεταδίδονται μέσω των οπτικοακουστικών μέσων.
Όπως αναφέρει το εδάφιο 1: « Απαγορεύεται η μετάδοση πληροφοριών και εικόνων που έχουν αρμοδίως χαρακτηριστεί απόρρητες, καθώς και όσες αφορούν την εθνική άμυνα, την ακεραιότητα της χώρας και τη δημόσια ασφάλεια».
Πλέον, εάν το σχέδιο εγκριθεί μετά τη διαβούλευση, όλες οι αποκαλύψεις που αφορούν σκάνδαλα όπως αυτό των παρακολουθήσεων, θα μπορούσαν να αποτελούν αντικείμενο παραβίασης για τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα που θα επέλεγαν να τις αναπαραγάγουν.