
Σχεδόν καθημερινά, συμπολίτες μας που με αναγνωρίζουν από την παρουσία μου στα ΜΜΕ της πόλης μας, με ρωτούν όταν με βλέπουν σε παρέες, ή στον δρόμο, «πως τα βλέπεις τα πράγματα;», εννοώντας φυσικά την πορεία της όλης κατάστασης από εδώ και πέρα, οικονομικής, πολιτικής, γεωπολιτικής κλπ.
Η ερώτηση αυτή με βοηθά πολύ να κατανοώ το τι αισθάνεται ένας γιατρός όταν του κάνουν την ίδια ερώτηση αφού έχει μελετήσει τα αποτελέσματα των εξετάσεων που του προσκόμισαν. Τι να πει εάν δεν βλέπει «καλά τα πράγματα» στις εξετάσεις; Την αλήθεια; Μπορεί να την αντέξει ο άνθρωπος; Ψέματα; Είναι ηθικό;
Η πείρα με δίδαξε λοιπόν ότι στην περίπτωση αυτή χρησιμοποιείς την διαλεκτική με σκοπό να διερευνήσεις το τι «βλέπει» ο ερωτών στο μέλλον σε σχέση με την δική του θεώρηση και κατάσταση. Η «γλώσσα του σώματος» σου επιτρέπει να δεις τον λόγο που σε ρωτά «μέσα από τα δικά του μάτια» έτσι ώστε να δημιουργήσεις μια «συμβατή» γλώσσα επικοινωνίας με τον συνομιλητή σου.
Η βασική παράμετρος που λαμβάνω πάντοτε υπόψιν μου στην επιλογή της «γλώσσας της επικοινωνίας», είναι η όσο το δυνατόν ορθή διάγνωση των πηγών των πληροφοριών και το επίπεδο των συναφών γνώσεων που διαθέτει ο συνομιλητής μου επί του θέματος που τον ενδιαφέρει.
Βεβαίως το να μιλάμε εδώ για «Γνώση» θέλει πολύ ανάλυση. Τι είναι η «Γνώση»; Είναι κτήμα όλων των ανθρώπων; Σχετικά με τι; Είναι «κοινή»; Πως διαμορφώνεται; Διαφέρει για τον καθένα; Ας δούμε την άποψη του Δημοκρίτου λοιπόν.
Ο Δημόκριτος λέγει στους «Κανόνες» ότι υπάρχουν δύο είδη γνώσης, η μία μέσω των αισθήσεων και η άλλη μέσω της διάνοιας. Από αυτές, εκείνη που αποκτάται μέσω της διάνοιας την αποκαλεί γνήσια, αποδίδοντάς της αξιοπιστία για την εκφορά σωστής κρίσης, ενώ εκείνη που αποκτάται μέσω των αισθήσεων την ονομάζει νόθα, μην αναγνωρίζοντάς της το αλάθητο για τη διάγνωση του αληθινού.
Λέγει κατά λέξη, «υπάρχουν δύο μορφές γνώσης, μία γνήσια και μία νόθα. Στη νόθα ανήκουν όλα τα παρακάτω, η όραση, η ακοή, η οσμή, η γεύση, η αφή. Η άλλη μορφή γνώσης είναι γνήσια, που είναι ξέχωρη από αυτή». Τι είναι λοιπόν αυτό που αντι¬λαμβανόμαστε μέσω των αισθήσεών μας σαν πραγματικότητα;
Σύμφωνα με τη Θεωρία της Σχετικότητας, η αισθητή συμπαντική πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο, παρά «η προβολή (το είδωλο, το καθρέφτισμα) όσων υπάρχουν στο πραγματικό τετραδιάστατο μη Ευκλείδειο και αθέατο Σύμπαν πάνω σε έναν ψεύτικο τρισδιάστατο και Ευκλείδειο χώρο που φτιάχνουν πλαστά οι αισθήσεις μας».
Όπως ορθά λέγει και ο καθηγητής αστροφυσικής Μάνος Δανέζης, το χώρο αυτό η θεωρία της Σχετικότητας ονομάζει χώρο Minkowski. Τα γεγονότα, οι μορφές και τα σχήματα του κόσμου που μας περιβάλλει, είναι οι προβολές του, οι παραμορφωμένες εικόνες του, πάνω σε έναν ψεύτικο ευκλεί¬δειο χώρο που κατασκευάζει η φυσιολογία μας μέσω του εγκεφάλου μας.
Αλλά και ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είπε ότι: «Η πραγματικότητα είναι μια ψευδαίσθηση, αν και εξαιρετικά επίμονη»
Ακόμα και αναλυτές της Merrill Lynch Bank of America, σε μια πρόσφατη έκθεση, έχουν προτείνει ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο κόσμος μας να είναι μία «εικονική πραγματικότητα» τύπου Matrix, που δημιουργήθηκε από έναν μυστηριώδη πολιτισμό του μέλλοντος. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος που ζούμε ως «πραγματικός» είναι στην πραγματικότητα απλά μια προσομοίωση!
Βεβαίως εμπνευστής και «πατέρας» της απατηλής γνώσης που έχουμε περί πραγματικότητας, περί εαυτού και περί κόσμου, μέσω της «ψευδαίσθησης» των αισθήσεων, είναι ο Πλάτωνας και το διατυπώνει εξαιρετικά στον μύθο του περί του «Σπηλαίου».
Αυτή λοιπόν είναι και η μοναδική απάντηση στο «πως τα βλέπω τα πράγματα»! Πως τα βλέπω για μένα, για σένα, γενικά ή κατά περίπτωση; Γιατί υπάρχει μια πολύ διαφορετική απάντηση σε κάθε περίπτωση!
Για να το κατανοήσουμε καλύτερα, το καλύτερο παράδειγμα είναι αυτό του «μισογεμάτου ποτηριού». Τόσα έχουν ειπωθεί γι’ αυτό το ποτήρι, ίσως όμως όχι τόσα, για το πώς αλλά και το γιατί έχει σημασία ο τρόπος που το κοιτάς.
Ανάλογα με τα βιώματα και τον χαρακτήρα σου, βλέπεις θετικά, αρνητικά ή ουδέτερα αυτό που έχεις μπροστά σου. Τελικά αυτό το ποτήρι είναι άδειο ή γεμάτο; Και γιατί;
Ένας άνθρωπος βλέπει το ποτήρι και λέει είναι μισό άδειο. Αυτός ο άνθρωπος δεν εστιάζει στο τι έχει, αλλά στο τι δεν έχει. Είναι εκείνος που ό,τι καλό και να του πεις, δώσεις ή δείξεις, πάντα θα εστιάζει στο κάτι παραπάνω ή περισσότερο που θα μπορούσε, ή θα μπορούσες.
Είναι αυτός που αλλάζει κόμματα και λόγια πιστεύοντας ότι ο επόμενος θα του δώσει περισσότερα, θα του κάνει περισσότερα ρουσφέτια. Πατρίδα, αξίες, αρετές πάνε περίπατο μπροστά στην περιουσία και το βόλεμα.
Είτε μιλάμε για τον εργασιακό χώρο, για μια σχέση με ένα άλλο άνθρωπο, για την κοινωνία ή για τη σχέση με τον εαυτό μας, πάντα κάτι θα λείπει ή δε θα είναι αρκετό. Αυτός ο άνθρωπος, δεν μπορεί να είναι ευδαίμων. Αλλά και κανένας κοντινός του, γιατί τίποτα δεν θα είναι ποτέ αρκετό. Η πληρότητα είναι μια λέξη που δεν υπάρχει στο λεξιλόγιό του.
Είναι αυτό που χαρακτηρίζει τον νεοέλληνα. Δεν είναι ότι δεν έχει, αλλά ότι όσα και να έχει ποτέ δεν του φτάνουν!
Κάποιος άλλος, απλά σκέφτεται πως έχει ένα ποτήρι με νερό. Ουδέτερα. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Μακροπρόθεσμα βέβαια, μέσω της παρατεταμένης ρουτίνας, ίσως κάπου χάσει το νόημα και σταδιακά κινηθεί προς την μελαγχολία.
Ένας άλλος άνθρωπος βλέπει το ίδιο ποτήρι και λέει είναι μισό γεμάτο. Αυτός ο άνθρωπος δεν εστιάζει στο τι δεν έχει, αλλά στο τι έχει. «Ναι μεν συνέβη αυτό το αρνητικό, αλλά έχω την υγειά μου». «Ναι μεν δεν συμφωνήσαμε με τον σύντροφό μου, αλλά συμφωνούμε στο να είμαστε μαζί». «Ναι μεν έχασα τη δουλειά μου, αλλά έχω μια καλή εμπειρία και επειδή ξέρω ότι αξίζω, θα βρω κάτι καλύτερο ή μια προσωρινή λύση». Τυχαία παραδείγματα. Αυτός ο άνθρωπος, είναι ευδαίμων. Ξέρει τι είναι η πληρότητα. Μέτρον άριστον!
Υπάρχει ένας νόμος που λέει πως η ζωή ό,τι δεν εκτιμάς, σου το παίρνει πίσω για να το εκτιμήσεις. Όταν κάτι το κάνεις δεδομένο και του αφαιρέσεις την αξία του, δηλαδή από ένα σημείο και μετά δεν το εκτιμάς τόσο αλλά σκέφτεσαι το τι άλλο σου λείπει, τότε αργά ή γρήγορα, συνήθως, γίνεται ζητούμενο.
Και τότε, εκτιμάς κι αυτό που έχασες και ξεχνάς κι εκείνο που τάχα σου έλειπε. Η «βαλίτσα» ανάλογα με τα επίπεδα συνείδησης μπορεί να πάει ακόμα πιο μακριά.
Αμέτρητες δικαιολογίες θα ξεχειλίσουν στο στόμα μας βεβαίως διαβάζοντας το άρθρο. Καλά όλα αυτά αλλά υπάρχουν προβλήματα, τα παιδιά, το σπίτι, η γυναίκα, το βιός μου, η δουλειά μου και πολλά άλλα που ο καθένας από μας έχει αξιώσει και βλέπει σήμερα να παραπαίουν ή να χάνονται. Τα γνωρίζω όλα αυτά. Τα βιώνω καθημερινά γύρω μου.
Όμως η παγίδα δεν είναι ότι όλα αυτά δεν αξίζουν πραγματικά, αλλά το γεγονός ότι δεν κατανοούμε πως οι αιτίες που μας έφεραν εδώ σήμερα είναι οι επιλογές μας και το σκεπτικό μας που μας οδήγησε σε αυτές. Και δεν εννοούμε να το αλλάξουμε. Εφαρμόζουμε συνεχώς την «ίδια συνταγή» με τα ίδια «υλικά» και περιμένουμε διαφορετικό αποτέλεσμα!
Άρης Παπαμιχαήλ
Οικονομολόγος – Σύμβουλος Επιχειρήσεων