
Έχοντας πλέον οριστικοποιημένα οικονομικά μεγέθη του πρώτου εξαμήνου του 2021, δηλαδή από τον Ιανουάριο έως και τον Ιούνιο, οι εκτιμήσεις για την διαμόρφωση του κρατικού ελλείμματος έως το τέλος της φετινής χρονιάς, είναι κάτι παραπάνω από δυσοίωνες.
Και για να γίνει αυτό απόλυτα κατανοητό θα συγκρίνω τα φετινά στοιχεία με τα αντίστοιχα του πρώτου εξαμήνου του 2020.
Μιάς χρονιάς που κατά γενική ομολογία, εξ αιτίας του κλειδώματος της οικονομίας θεωρήθηκε η χειρότερη των τελευταίων πενήντα ετών σε ότι αφορά την τελική διαμόρφωση όλων των δημοσιονομικών συνιστωσών όπως ΑΕΠ, ιδιωτικό χρέος προς ΑΑΔΕ, ΕΦΚΑ, Τράπεζες, λουκέτα, απασχόληση, δημοσιονομικά έσοδα, εσωτερικός κρατικός δανεισμός.
Το πρώτο λοιπόν εξάμηνο του 2020 το ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού παρουσίασε έλλειμμα 9,2 δις ευρώ και έως τα τέλη του 2020 έφτασε τα 22,8 δις ευρώ, όπως μας είπε ο κος Σταϊκούρας παρουσιάζοντας τον προϋπολογισμό του 2021.
Το φετινό αντίστοιχο εξάμηνο το αντίστοιχο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού παρουσίασε έλλειμμα 12,2 δις ευρώ, δηλαδή 3 δις περισσότερα από πέρυσι, παρά το ότι η οικονομία ξεκλειδώθηκε νωρίτερα και αναμενόταν πως τα τουριστικά έσοδα καθώς και η απασχόληση θα κέρδιζαν ένα μέρος από το χαμένο έδαφος του 2019, γεγονότα βεβαίως που δυστυχώς δεν επαληθεύτηκαν.
Και αυτό όμως ακόμα δεν θα ήταν και τόσο σημαντικό εάν στον κρατικό προϋπολογισμό του 2021 το συνολικό ετήσιο έλλειμμα του ισοζυγίου του κρατικού προϋπολογισμού δεν είχε εκτιμηθεί σε 14,85 δις.
Με απλά λόγια εντός του πρώτου εξαμήνου, μιάς αναμενόμενης καλύτερης από οικονομικής άποψης χρονιάς, το κρατικό έλλειμμα άγγιξε το 82,15% του εκτιμημένου ετησίως.
Δεδομένου δε ότι σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες δηλώσεις των εκπροσώπων της επιτροπής των εμπειρογνωμόνων για της εξέλιξη της πανδημίας, αλλά και από τις αντίστοιχες εξελίξεις στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ, δεν αποκλείεται η λήψη περιοριστικών μέτρων της αγοράς και στο φετινό τέταρτο τρίμηνο, δεν χρειάζονται ειδικές οικονομικές γνώσεις για να αντιληφθεί ο καθένας που πάνε τα πράγματα.
Και για να γίνει καλύτερα αντιληπτό σε όλους μας τι σημαίνει στην πράξη «έλλειμμα κρατικού ισοζυγίου» είναι η αρνητική διαφορά μεταξύ κρατικών εσόδων και κρατικών εξόδων που προβλέπεται στον κρατικό προϋπολογισμό και βάσει αυτής προσδιορίζεται και το ύψος των εντόκων γραμματίων δανεισμού που θα εκδοθούν κατά την διάρκεια του έτους.
Συνεπώς είναι ήδη ορατό και προκαλεί σοβαρές ανησυχίες στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης πως θα υπάρξει σημαντικό πρόβλημα χρηματοδότησης των κρατικών δαπανών τους επόμενους μήνες.
Πως μπορούν να καλυφθούν στην περίπτωση αυτή; Με αναστολή των πληρωμών τους στην επόμενη χρονιά δημόσια έργα, προμήθειες κλπ), με μη καταβολή προγραμματισμένων πληρωμών στον ιδιωτικό τομέα (επιστροφές, επιδοτήσεις, επιδόματα), με αύξηση του βραχυχρόνιου εσωτερικού δανεισμού, που δεν εξαρτάται όμως η απόφαση αυτή από την κυβέρνηση αλλά από τους θεσμούς και την ΕΚΤ και άλλες «λύσεις» που δυστυχώς είναι όλες επώδυνες για την τσέπη μας.
Εδώ θα ήθελα να κάνω μια σημαντική επισήμανση στο θέμα των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού ή το γνωστό πρόγραμμα χαλάρωσης.
Όπως γνωρίζουμε, η Ελλάδα λόγω του ότι έχει υπαχθεί σε προγράμματα πληρωμών, δυνάμει των μνημονίων δεν εντάχθηκε στο πρόγραμμα χαλάρωσης.
Πλην όμως, κατ΄ εξαίρεση και λόγω covid 19 η ΕΚΤ δέχτηκε να δέχεται ως εγγύηση τα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου ως ένα ύψος ετησίως, (μέσω των εγχωρίων τραπεζών οι οποίες τα αγοράζουν και τα θέτους ως εγγύηση στην ΕΚΤ για να δανειστούν να τα αγοράσουν), κατά την διάρκεια της πανδημίας, η οποία όμως προβλέπεται να διατηρηθεί έως την Άνοιξη του 2022.
Μετά λοιπόν από την περίοδο αυτή, παύει η κατ΄ εξαίρεση αγορά βραχυχρόνιου χρέους από την ΕΚΤ αλλά και τα μηδενικά επιτόκια του προγράμματος χαλάρωσης. Συνέπεια αυτού θα είναι η αύξηση των επιτοκίων, οπότε από το 2022 και μετά η ανακύκλωση του κρατικού χρέους πλέον, εξωτερικού και βραχυχρόνιου εσωτερικού θα είναι ένας γρίφος για δυνατούς λύτες! Τα προγράμματα λιτότητας και δημοσιονομικών πλεονασμάτων επανέρχονται δρυμήτερα!
Δεδομένου δε πως από το 2022 αρχίζει και η αποπληρωμή (εξόφληση) των δόσεων και των τόκων των δύο από τις τρεις μνημονιακές δανειακές συμβάσεις και συγκεκριμένα η πρώτη και η Τρίτη, διότι η αποπληρωμή της δεύτερης ξεκινά από 2032, τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο. Γιατί ναι μεν λέμε και πιστεύουμε πως βγήκαμε από τα μνημόνια πλην όμως από του χρόνου ξεκινάμε να πληρώνουμε για να εξοφληθούν!
Και όλα αυτά σε μια οικονομία που έχει χτυπηθεί από την τέλεια καταιγίδα.