Ο ΕΛΑΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΛΛΑ ΚΟΜΜΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗ ΒΙΑΙΗ ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ!

Του κ. Ιωάννη Μπουγά. 

 Σεπτέμβριος 1944. Οι Γερμανοί έφυγαν αντουφέκιστοι από την Πελοπόννησο, όπου χιλιάδες Αθώοι Έλληνες είχαν δολοφονηθεί σε αντίποινα για ενέδρες του ΕΛΑΣ!

Γιατί άραγε συμπερφέρθηκε έτσι ο «ηρωικός» ΕΛΑΣ;

Το σχετικό Απόσπασμα από την Ελληνική Βανδέα:

«Καθώς οι Γερμανοί της Πελοποννήσου ετοιμάζονταν να φύγουν, και σε πρώτη φάση συγκεντρώνονταν προς τον Ισθμό της Κορίνθου και τις ακτές του Κορινθιακού για να διακπεραιωθούν απέναντι, έχει ενδιαφέρον να δούμε προς τα πού εκινούντο οι αντάρτες του ΕΛΑΣ. Ο ΕΛΑΣ στόχευε τις πόλεις που είχαν Τάγματα Ασφαλείας, αλλά μακράν της Κορίνθου και του Ναυπλίου, προφανώς για να μην διακινδυνεύσει σύγκρουση με τους Γερμανούς, αφού οι δυό πόλεις ήσαν στο δρόμο αποχώρησής τους. Ήσυχες αφέθηκαν και οι πόλεις Σπάρτη και Γύθειο, γιατί τα εκεί Τάγματα ήσαν δυνατά και είχαν απωθήσει τον ΕΛΑΣ εκτός του νομού Λακωνίας. Η Πάτρα ήταν σπουδαίος στόχος, αλλά οι αντάρτες παρέμειναν μακριά, σε απόσταση ασφαλείας, γιατί το εκεί Τάγμα Ασφαλείας ήταν δυνατό, αλλά επί πλέον στην Πάτρα είχαν παραμείνει και γερμανικές Μονάδες. Έτσι ο ΕΛΑΣ στράφηκε εναντίον των υπολοίπων Ταγμάτων, στους νομούς Ηλείας, Μεσσηνίας και Αρκα­δίας..

Τα κάτωθι τρία ερωτήματα απευθύνονται στους σημερινούς απο­λογητές του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ:

– Γιατί αυτές οι ελληνικές πόλεις ήσαν οι κύριοι στόχοι του ΕΛΑΣ, την ώρα της μεγαλύτερης τακτικής και επιχειρησιακής αδυ­ναμίας των Γερμανών, όταν υποχωρούσαν με τα υλικά τους και τα βαρέα όπλα τους;

– Γιατί δεν εφήρμοσαν τις εντολές του ΣΜΑ για μάχη και πα­ρεμπό­διση των Γερμανών;

– Πώς, μετά από τα ανωτέρω, υποστηρίζεται ακόμη ότι το ΕΑΜ/ ΕΛΑΣ ήταν οργάνωση αντίστασης;

Εύλογα γεννάται η απορία αν ο ΕΛΑΣ ήθελε πραγματικά να πολε­μήσει τους Γερμανούς, ως αντιστασιακή οργάνωση και συμμαχικός στρατός που υποστήριζε ότι ήταν. Άραγε γιατί στις αρχές Σεπτεμβρίου 1944 άφησε τις φάλαγγες των αποχωρούντων Γερμανών να περάσουν άθικτες, ενώ ημέρες νωρίτερα είχε επιτεθεί σε οχυρωμένες βάσεις τους στον Βουρλιά, τα Παραδείσια και το Χωρέμι; Όταν μάλιστα, ήταν απεί­ρως πιό εύκολο να στήσουν ενέδρες στις εποχούμενες φάλαγγες, μιά μορφή επίθεσης στην οποίαν είχαν πείρα και αρκετές επιτυχίες.

Κάθε αντικειμενικός μελετητής των γεγονότων και της σημασίας τους, δεν μπορεί να μην οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι στόχος του ΕΛΑΣ δεν ήταν ποτέ να βλάψει τον γερμανικό στρατό. Οι σχεδιασμένες επιθέσεις του ΕΛΑΣ ήταν πάντα εναντίον αδυνάτων στόχων και μόνο για την απόκτηση πολύ περισσοτέρων υλικών από όσα θα κατανάλω­ναν στην επίθεση. Τα υλικά τα συγκέντρωναν για τον πραγματικό πό­λεμο που σχεδίαζαν, εναντίον των «άλλων» Ελλήνων, δηλαδή όσων ήταν εμπόδιο στην κατάληψη της εξουσίας. Στην Πελοπόννησο εμπό­διο, τον Σεπτέμβριο του 1944, ήταν τα Τάγματα Ασφαλείας.

Δύο εξηγήσεις διατυπώνονται για αυτήν την συμπεριφορά του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου τον Σεπτέμβριο του 1944, όταν δεν ενόχλησε καθόλου τους αποχωρούντες Γερμανούς. Η πρώτη είναι ότι απέφυγαν τις ενέδρες επειδή υπελόγισαν ότι οι απώλειές του, κυρίως σε πολε­μοφόδια, θα ήταν μεγαλύτερες από ό,τι εφόδια θα αποκτούσαν από τους Γερμανούς. Οι φάλαγγες ήταν μεγάλες και με μεγάλη δύναμη πυρός. Σίγουρα ο ΕΛΑΣ θα τους προξενούσε μεγάλη ζημιά, όπου και να δοκίμαζε να τους κτυπήσει πριν πλησιάσουν στην Κόρινθο, το Αίγιο ή την Πάτρα, τα τρία σημεία αναχώρησης από την Πελοπόννησο. Όμως, η πιθανότητα έστω να αναπληρώσει τα υλικά που θα κατανάλωνε στην επίθεση ήταν ελάχιστη.

Κεντρικός σκοπός της «αντίστασης» του ΕΛΑΣ στους Γερμανούς ήταν η συγκέντρωση υλικών, ειδικά στην Πελοπόννησο, όπου όπως είδαμε οι Βρετανοί σταμάτησαν από το 1943 να τον τροφοδοτούν με όπλα και υλικά. Τα πυρομαχικά που είχαν, έπρεπε να φυλαχθούν για τον πραγματικό στόχο, τα Τάγματα Ασφαλείας και την αστική τάξη! Η δεύτερη εξήγηση της παντελούς αδιαφορίας του ΕΛΑΣ να ενοχλήσουν, έστω και λίγο για τα προσχήματα της αντίστασης, τους αποχωρούντες Γερμανούς, ήταν ότι είχαν έλθει σε συμφωνία μη παρενόχλησης. Δεν υπάρχουν ιστορικά τεκμήρια και στοιχεία για παρόμοιο γεγονός, μόνο η ένδειξη από την παράλογη συμπεριφορά του ΕΛΑΣ.

Οι Γερμανοί Στρατηγοί, υπεύθυνοι για την Ελλάδα, παρακολου­θού­σαν με προφανή ικανοποίηση την αδιαφορία του ΕΛΑΣ Πελοποννή­σου, την περίοδο που οι Μονάδες τους ήταν εν κινήσει, και συνεπώς ευάλωτες. Στα γερμανικά αρχεία υπάρχουν παρά πολλές αναφορές για τις κινήσεις αποχώρησης των Μονάδων, ότι γίνονταν χωρίς παρενό­χληση από τους αντάρτες: «Κινήσεις υποχωρήσεως ως τώρα από την Πελοπόννησο σύμφωνα με το σχέδιο και χωρίς επαφή με τον εχθρό».. «..ουδεμία αξιόλογη δραστηριότητα του εχθρού» … «η διοίκηση του 1008 Τάγματος Πεζικού Φρουρίων κινήθηκε από την Κυπαρισσία στη Μεγαλό­πολη». Ένας ανεξάρτητος παρατηρητής, ο αντιπρόσωπος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΣ) στην Τρίπολη, ο Axel Persson,περιέγραψε ως εξής την αποχώρηση των Γερμανών: «Οι Γερμανοί αποτραβήχτηκαν με σύστημα και με τέλεια τάξη, απείραχτοι όλο τον καιρό από τους αντάρ­τες. Τα τελευταία φουσάτα τους έφυγαν από την Καλαμάτα στις 5.9.1944».[1]

Σε μιά έκθεση της 22ας Σεπτεμβρίου 1944, της γερμανικής Ομάδος Στρατού Ε, όταν ο γερμανικός στρατός είχε αποχωρήσει από τη Νότιο Πελοπόννησο, γράφονται τα εξής για τη «δράση των ανταρτών» στην περιοχή: «…Στην Πελοπόννησο οι κύριες δυνάμεις της VIII και IXΤαξιαρ­χίας (σ.σ. του ΕΛΑΣ)ανέλαβαν συστηματική επίθεση εναντίον φρουρών των Ελλήνων Εθελοντών (σ.σ. έτσι αποκαλούσαν οι Γερμανοί τα ΤΑ) στις κυριότερες πόλεις. Μετά την εξουδετέρωση, ολόκληρη η III Μεραρ­χία προτίθεται να αρχίσει πορεία προς την Αθήνα».[2] (σ.σ. η απορία είναι από πού συμπέραναν οι Γερμανοί στις 22 Σεπτεμβρίου 1944 τη μελλοντική κίνηση της Μεραρχίας του ΕΛΑΣ, που έγινε μήνες αργό­τερα!).

Όμως, η απόφαση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ να μην ενοχλήσει τους Γερμα­νούς όταν θα αποχωρούσαν, δεν ήταν κάτι που απεφασίσθη το καλο­καίρι του 1944. Ήταν πάντα στα σχέδιά τους. Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγεί η σοβαρή μαρτυρία του Λοχαγού Γεωργίου Ταβερναράκη, συν­δέσμου της SOE στη Νότιο Πελοπόννησο το 1943, για την απάντηση που πήρε από τον ΕΛΑΣ όταν σύστησε κτύπημα των Γερμανών στο Δερβένι κατά την αποχώρησή τους.[3]Λέει ο Ταβερναράκης: «Την 1ην Οκτωβρίου 1943 επίμονοι πληροφορίαι του ΕΑΜ έφερον ότι οι Γερμανοί θα εγκατέλειπον την Πελοπόννησον την ημερομηνίαν αυτήν. Τότε ηθέ­λησα να εφαρμόσω προσυνταχθέν σχέδιον δράσεως των ανταρτών. Διέ­ταξα μια δύναμη του ΕΛΑΣ να λάβη θέσεις παρά την στενωπόν Δερβένι. Η διαταγή μου εγένετο δεκτή υπό των υπευθύνων, οίτινες έδωσαν και τον λόγον των οτι θα εκτελεσθή. Την επομένην όμως μετέβην προσω­πικώς δι’ επιθεώρησιν. Ουδένα ανεύρον εις την στενωπόν, αλλά σχεδόν το σύνολον της δυνάμεως του ΕΛΑΣ ευρίσκετο γύρω της πόλεως Καλα­μών και πολλοί με πολιτικήν περιβολήν εντός της πόλεως. Παρετήρησα δια τούτο τον πολιτικόν υπεύθυνον Ν.Α. Πελοποννήσου Ιωάννην Φρά­γκον, ο οποίος μου απήντησε, «Οι Γερμανοί θα φύγουν που θα φύγουν, εμείς πρέπει να εξασφαλίσωμεν την αρχήν».[4]

Αυτή η αποφυγή της εμπλοκής του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου, της 3ηςΜεραρχίας του, με τους υποχωρούντες Γερμανούς, φαίνεται ότι είχε αφήσει έκπληκτους και τους Γερμανούς. Οι περισσότεροι, από το πλή­θος των στρατευμένων ιστοριογράφων της Αριστεράς, δεν την σχολιά­ζουν καθόλου. Ένας που αναφέρεται στο γεγονός, λέει καθαρά ότι άλλος ήταν ο στόχος, και ούτε σκέψη δεν έγινε ο ΕΛΑΣ να ασχοληθεί με τους Γερμανούς: «… άρχισαν οι προετοιμασίες (σ.σ. από τον ΕΛΑΣ) για την είσοδο στις πόλεις. Ούτε σκέψη δεν μπορούσε να γίνει για να ανα­πτυχθεί μιά συντονισμένη σ’ όλο το Μωριά επιχείρηση καθήλωσης, ή τουλάχιστον παρενόχλησης των Γερμανών όταν θα αποφάσιζαν να απο­χωρήσουν. «Έτσι οι Γερμανοί έφυγαν σχεδόν ανενόχλητοι…».[5] Να προσθέσω μόνο ότι το «σχεδόν» δεν χρειαζόταν.

Ένας άλλος ιστοριογράφος, που αφιερώνει λίγα λόγια γιά την αναχώρηση των Γερμανών από τη Μεσσηνία, αναρωτιέται γιατί έγινε χωρίς καμία παρενόχληση από τους αντάρτες: «Στις 4 Σεπτεμβρίου 1944, οι Γερμανοί από όλες τις φρουρές συγκεντρώθηκαν στην Καλαμά­τα (σ.σ. αυτό δεν είναι αλήθεια. Κάθε φρουρά ανεχώρησε κατ’ευθείαν για την Τρίπολη) και πήραν το δρόμο του φευγιού. Η γνώμη μου είναι ότι απ’ αυτούς δεν έπρεπε κανείς τους να γλυτώσει. Ο δρόμος Καλαμάτα –Τρίπολη κατ’ εξοχήν ορεινός–προσφερόταν για σίγουρες ενέδρες. Δεν γνω­ρίζω γιατί ο ΕΛΑΣ τους άφησε να φύγουν με κάποια μόνο αψιμα­χία…».[6]

Ο συγγραφέας, στέλεχος του ΕΑΜ/ΚΚΕ Μεσσηνίας, σωστά γρά­φει ότι ο δρόμος της αποχώρησης προσφερόταν για σίγουρες ενέδρες. Εκατοντάδες Μεσσήνιοι και Αρκάδες είχαν δολοφονηθεί ως αντίποινα σε ενέδρες του ΕΛΑΣ σε αυτήν την διαδρομή –Άγιος Φλώρος, Βίγλες Με­γα­λόπολης, κ.λπ.– περισσότερες εκατοντάδες είχαν σταλεί όμηροι στη Γερμανία ή είχαν φυλακιστεί στην Ελλάδα και αμέτρητες περιου­σίες είχαν καταστραφεί. Όμως, δεν εξηγεί και γιατί ο ΕΛΑΣ τους άφησε να φύγουν ανενόχλητοι χωρίς ούτε μία αψιμαχία, την οποία ψευδώς αναφέρει ότι έγινε.

Υπαρχει όμως και ένα κείμενο αγνώστου συγγραφέα, που κυκλο­φορεί –όλως τυχαίως– σε πολλές αριστερές ιστοσελίδες, ο οποίος αναφερόμενος στην αποχώρηση των Γερμανών από την Καλαμάτα, κατασκευάζει γεγονότα, χωρίς κόκκο αλήθειας, τελείως φανταστικά: «…Οι ταγματασφαλίτες δεν τους ξεπροβοδίζουν μόνο με τέτοια άθλια δημοσιεύματα, αλλά και τους προστατεύουν από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ σε όλο το μήκος της διαδρομής από τον εθνικό δρόμο, τον οποίο ελέγ­χουν τα τάγματα Καλαμάτας και Μελιγαλά. Το 9ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ στήνει ενέδρα στη δεξιά πλευρά του δρόμου από τη Θουρία μέχρι τον Αγιο Φλώρο. Οι ταγματασφαλίτες συνοδεύουν τους Γερμανούς ως εμ­προ­σθοφυλακή και πλαγιοφυλακή, γνωρίζοντας την ενέδρα από ντό­πιους συνεργάτες τους. Οταν οι ΕΛΑΣίτικες δυνάμεις αρχίζουν να χτυ­πούν, βγαίνουν πλάγια γνωρίζοντας το ανάγλυφο του εδάφους και με ισχυρή δύναμη Γερμανών με όλμους απωθούν τους αντάρτες. Αυτοί συμπτύσσονται στον Ταΰγετο, έτοιμοι πλέον για τη μάχη της Καλα­μά­τας».[7]

Τίποτε από αυτά δεν συνέβη! Το μόνο που αποδεικνύουν κείμενα σαν αυτό είναι ότι οι υμνητές του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ΚΚΕ ντρέπονται για τη συμπεριφορά του κατά την αποχώρηση των Γερμανών και προσπα­θούν να την αποκρύψουν, και να παραπλανήσουν τους ανιστόρητους οπαδούς της κομματικής καθοδήγησης, αδιαφορώντας αν το ψεύδος τους είναι τελείως άκομψο και κωμικό! Έτσι κι αλλιώς, ποιός αριστε­ρός θα διαβάσει την πραγματική ιστορία; Το ιστορικό ψεύδος τους ικανοποιεί!

Ο Ευάγγελος Μαχαίρας, ο οποίος ως καπετάνιος Πυροβολικού του 8ου Συντάγματος Λακωνίας του ΕΛΑΣ, ήταν εκεί και είδε τι ακριβώς συνέβη. Ενώ δεν αποφεύγει αναφορά στην άνετη αποχώρηση των Γερμανών, αλλά κι αυτός, από ντροπή ή άλλους λόγους, καταφεύγει σε ψεύδη και παρουσίαση φανταστικών γεγονότων: «Οι Γερμανοί ακόμα και υποχωρώντας ήταν επικίνδυνοι και σκληροί αντίπαλοι. Τμήματα του 8ουκαι του 9ου συντάγματος τους χτύπησαν νύχτα στα Παραδείσια και τα γύρω χωριά, αλλά χωρίς αποτελέσματα. Την άλλη μέρα συνέχισαν την πορεία τους για την Τρίπολη με τέτοιον τρόπο, που δεν έδωσαν στους αντάρτες την ευκαρία για δεύτερη επίθεση. Είχαν μονάδες πυρο­βολικού, τανκς, θωρακισμένα και έπιαναν τα επίκαιρα σημεία…».[8]

Τι να πει κανείς; Ούτε μία, ούτε δύο επιθέσεις δεν έγιναν στους αποχωρούντες Γερμανούς, οι οποίοι δεν άφηναν τον δρόμο να πιάσουν χωριά, ούτε επίκαιρες θέσεις. Στα Παραδείσια και στο Χωρέμι είχαν μόνιμες φρουρές. Όπως είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, ο ΕΛΑΣ επι­τέθηκε στις φρουρές αυτές στις 28 Αυγούστου. Όμως, η επίθεση εκείνη δεν ήταν εναντίον των αποχωρούντων Γερμανών, όπως ψευδώς την παρουσιάζει ο Μαχαίρας. Στους Γερμανούς που αποχώρησαν από την Πελοπόννησο, ο ΕΛΑΣ δεν έκανε ούτε μία επίθεση! Ούτε για την τιμή των όπλων, ή τη μνήμη των τόσων εκατοντάδων Ελλήνων που είχαν χάσει τη ζωή τους, και των χιλιάδων άλλων που είχαν χάσει τις περιου­σίες τους, από τα αντίποινα των Γερμανών στις ενέδρες του ΕΛΑΣ. Σε επόμενες σελίδες θα δούμε ότι είχε μικρή συμμετοχή στην επίθεση των Βρετανών στους Γερμανούς όταν αποχωρούσαν από την Πάτρα».

[1]«Αρχείον Πέρσον–Κατοχικά ντοκουμέντα του ΔΕΣ Πελοποννήσου». Κω­στής Παπακόγκος, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1977, σελ. 89.

[2] BA–MA,RH 19 VII/54 Oberkommando Heresgruppe E, Ic/A.O. 22.9.1944, Griechische Banden) Nr. 15 (August/September 44), σελ. 3.

[3]Δερβένι. Χωριό της Αρκαδίας στα σύνορα με τη Μεσσηνία. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, η αμαξιτή οδός Καλαμάτας–Μεγαλοπόλεως στην περιοχή του χωριού ήταν πολύ δύσκολη, ανηφορική και με συνεχόμενες στροφές, ιδανική για ενέ­δρα.

[4]«Εκθεση του Λοχαγού Γεωργίου Ταβερναράκη, Α΄ Αποστολή στην Πελο­πόννησο», σελ. 45.

[5] «Η Νεκρή Μεραρχία», Κωνσταντίνου Παπακωνσταντίνου, Τόμος Α, σελ. 101.

[6] “Γιατί Χάσαμε», Α.Κ. Αποστολόπουλος, Τόμος Β’, σελ. 778.

[7] Εγκλήματα των δοσίλογων της Μεσσηνίας και αντεκδίκηση (ethniki-anti­stasi-dse.gr).

[8] «50 Χρόνια Μετά….», Ευάγγελος Μαχαίρας, σελ. 432.